ΚΗΦΙΣΟΣ:Ένα ποτάμι δυο πολιτικές.
Η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την έγκριση του Π.Δ. για την οργάνωση και λειτουργία του «Φορέα Διαχείρισης και Ανάπλασης του ποταμού Κηφισού και των παραχειμάρρων του» που προωθεί του ΥΠΕΧΩΔΕ, αποδεικνύει για μία ακόμη φορά την πολιτική του για Κηφισό δύο ταχυτήτων, δύο πολιτικών.
Προστασία με Προεδρικά Διατάγματα (ΦΕΚ 632/27.6.94) για τις πηγές του και το μέρος που περνά από τις υψηλών εισοδημάτων περιοχές, κρατικά σχέδια καταστροφή για τις περιοχές χαμηλών εισοδημάτων (Περιστέρι, Αιγάλεω, Ρέντη, Μοσχάτο, Ν. Φάληρο)
Καταστροφή με την άδεια του ΥΠΕΧΩΔΕ.
«Κατά βάση, δηλαδή, η κάλυψη- απόκρυψη του ποταμού ισοδυναμεί με κάλυψη- απόκρυψη του προβλήματος και συμβολοποιεί τη συμπεριφορά του ανθρώπου της πόλης απέναντι στο φυσικό περιβάλλον. Ένας ζωντανός οργανισμός που στο παρελθόν υπήρξε συνδημιουργός και τροφοδότης του τοπίου, μετά την καταλήστευσή του, όταν πια δε χρησιμεύει στο παραγωγικό σύστημα της πόλης, οριοθετείται ώστε να μην ενοχλεί με τις ιδιοτροπίες του τις παγιωμένες καταστάσεις ιδιοκτησίας και χρήσεων, γίνεται αποδέκτης των ρύπων, υποβαθμίζεται σε οχετό και στο τέλος κρύβεται στα έγκατα, από μια κοινωνία που μοιάζει μ αυτό τον τρόπο να παραδέχεται ότι ενώ μπορεί να φτιάξει τα πάντα δε μπορεί να άρει τις συνέπειες των πράξεών της παρά μόνο ολοκληρώνοντας τον κύκλο της καταστροφής και μεταβολής του περιβάλλοντος.»
Τα παραπάνω δεν αποτελούν ρομαντικές διαπιστώσεις κάποιων υπερασπιστών του Κηφισού αλλά μέρος του προλόγου της «περιβαλλοντικής θεώρησης με συμπληρωματική διερεύνηση της ζώνης του Κηφισού από Ιερά Οδό έως Φαληρικό Όρμο» των Κ. Ζέκκου και Φ. Καλουδιώτη, που εκπονήθηκε το Φλεβάρη του 1996 και αποτελεί την βασική μελέτη για το σκέπασμα του Κηφισού και την μετατροπή του σε λεωφόρο ταχείας κυκλοφορίας, επί του ποταμού έως την Αγίας Αννής και υπερυψωμένης έως την Φαληρική Ακτή.
Το σχέδιο αυτό είχε την αντίθεση της πανεπιστημιακής κοινότητας πολύ πριν από την εκπόνηση της συγκεκριμένης μελέτης.
Από το 1994 μια ομάδα επιστημόνων του ΕΜΠ με επικεφαλής του καθηγητές Δ. Καρύδης, Μ. Μαυρίδου, Ι. Πολύζος πραγματοποίησαν μία έρευνα που εντάσσονται στο Κοινοτικό Πρόγραμμα ENVIREG και ανατέθηκε στον Τομέα Πολεοδομίας και Χωροταξίας ΕΜΠ από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας με θέμα «ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΜΕΘΟΔΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΜΕ ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ».
Σ αυτή την μελέτη εξετάστηκαν οι προοπτικές δημιουργίας της λεωφόρου, και όπως σημειώνει η επίκουρος καθηγήτρια του ΕΜΠ Μαρία Μαυρίδου, σε σημείωμα της προς τους κατοίκους:
«Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο ΕΜ Πολυτεχνείο το 1994 διαπιστώθηκε ότι:
• Η παράλια του Σαρωνικού αλλά και ο θαλάσσιος χώρος αποτελούν για το Λεκανοπέδιο ένα τόπο με μοναδικά χαρακτηριστικά, που με κατάλληλες ρυθμίσεις και προστασία μπορεί να αναδειχθεί σε χώρο επαφής με τη θάλασσα, υπαίθριας αναψυχής και πολιτισμού και να βελτιώσει αποφασιστικά την καθημερινή ζωή των κατοίκων τη Πρωτεύουσας. Ο χώρος αυτός αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία για την Αθήνα αν πάρει κανείς υπ΄οψιν ότι ο Σαρωνικός είναι Θάλασσα καθαρή και ότι ακόμη και περιοχές που σήμερα είναι υποβαθμισμένες , με μικρές σχετικά παρεμβάσεις μπορούν να γίνουν κατάλληλες για κολύμβηση.
• Για να γίνει δυνατή η λειτουργία αυτή του παρακτίου Χώρου πρέπει πρώτα από όλα να προστατευθεί η οικολογική ποιότητα, που , παρά τις μέχρι σήμερα ατυχείς παρεμβάσεις, διατηρείται αρκετά υψηλή.
• Ένα από τα κυριότερα προβλήματα εμπόδια στην σύνδεση του παρακτίου χώρου του Σαρωνικού με την πόλη είναι η λεωφόρος Ποσειδώνος. Η λεωφόρος ως τμήμα του μεσαίου δακτυλίου, κατέχει υψηλή ιεραρχικά θέση στο κυκλοφοριακό δίκτυο της Αθήνας, με αποτέλεσμα την συγκέντρωση σ΄αυτην μεγάλης κίνησης ιδιωτικών αυτοκίνητων. Δημιουργείται έτσι ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο που αποκόπτει την ακτή από τον αστικό ιστό.
Κατανοώντας αυτό το πρόβλημα και προκείμενου να μειώσει τις μετακινήσεις με Ι.Χ. μέσω της Ποσειδώνος, ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας προτείνει σε σχετική μελέτη του την κατασκευή γραμμής τραμ κατά μήκος της λεωφόρου.
Σύμφωνα με τα προηγούμενα και αν συνυπολογίσει κανείς την θετική επίπτωση που ο ποταμός Κηφισός έχει στο κλίμα της Αθήνας , το έργο που προτείνεται από το ΥΠΕΧΩΔΕ θα έχει εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις περιβαλλοντικά και λειτουργικά:
• Με την κάλυψη του υπόλοιπου τμήματος του Κηφισού, καταργείται ένας χώρος , που διατηρεί ακόμη φυσικά χαρακτηριστικά και επηρεάζει θετικά το μικροκλίμα των περιοχών όπου ακόμη είναι ακάλυπτος.
• Η σύνδεση της εθνικής οδού με την λεωφόρο Ποσειδώνος θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη φόρτιση στην τελευταία, με δυσμενέστατα αποτελέσματα στην ζώνη της παράλιας. Αντιφάσκει δε το έργο αυτό με την πρόταση του Οργανισμού Αθηνάς για κατασκευή τραμ στην παραλιακή και μείωση της κίνησης των αυτοκίνητων.
• Η κατασκευή ενός τόσο μεγάλου τεχνικού έργου σε γειτνίαση με τη θάλασσα και την παράλια του Φαληρικού Όρμου, καταργεί κάθε δυνατότητα για περιβαλλοντική αναβάθμιση αυτής της περιοχής , με ανάδειξη φυσικών στοιχείων και ανάπτυξη χωρών πράσινου που τόση ανάγκη έχει η Πρωτεύουσα.
• Οι περιοχές κατοικίας του Μοσχάτου και Ν. Φαλήρου που γειτνιάζουν με το έργο υποβαθμίζονται οριστικά , αφού η εγγύτητα με την θάλασσα θα ακυρώνεται από τις οχλήσεις που συνεπάγεται το έργο»
Μετά την δημοσιοποίηση της μελέτης οι κάτοικοι κινητοποιήθηκαν και απευθύνθηκαν και πάλι στην επιστημονική κοινότητα. Ο εκ των επικεφαλής της μελέτης και τότε αντιπρύτανης του ΕΜΠ Γιάννης Πολύζος έλαβε σαφή θέση κατά του έργου τονίζοντας ότι «θα ήθελα να σας κάνω γνωστή την αρνητική θέση μου στην προτεινόμενη την κάλυψη του υπόλοιπου τμήματος του ποταμού και την κατασκευή δρόμου ταχείας κυκλοφορίας. Πιστεύω ότι ο άξονας του Κηφισού σε συνδυασμό με την αναβάθμιση του παλαιού εργοστάσιου της ΔΕΗ Νέου Φαλήρου έχει την δυνατότητα να αποτελέσει ένα σημαντικό πόλο πράσινου και πολιτισμού , για την περιοχή και τον ευρύτερο Πειραιά, ενώ ταυτόχρονα θα λειτουργήσει σαν πρόσβαση ήπιας κλίμακας των αποκλεισμένων στο εσωτερικό της βιομηχανικής ζώνης, δυτικών συνοικιών των Καμινιών και του Άγιου Ιωάννη Ρέντη προς την θάλασσα.»
Εκτός όμως από του δύο προαναφερόμενους καθηγητές και το Εργαστήρι Αστικού Περιβάλλοντος του ΕΜΠ εξέφρασε την αντίθεσή του στο έργο.
«Εν όψει των επικείμενων έργων δημιουργίας λεωφόρου ταχείας κυκλοφορίας κατά μήκος του Κηφισού από την οδό Πειραιώς έως τη Λεωφόρο Ποσειδώνος, επισημαίνεται ότι: το κομμάτι αυτό του Κηφισού αποτελεί ένα
σημαντικό χώρο πρασίνου και αναψυχής στο εσωτερικό μίας περιοχής
κατοικίας που διατηρεί χαρακτηριστικά γειτονιάς. Τα αντιπλημμυρικά
έργα που χρειάζονται στην περιοχή δεν εξαρτώνται από την κατασκευή ή
όχι των κυκλοφοριακών έργων. Αντίθετα, πιθανή κάλυψη ακόμη και
τμήματος της κοίτης θα επιδεινώσει το πρόβλημα τής έλλειψης φυσικών
χώρων απορροής των ομβρίων κατά τη διάρκεια των ισχυρών βροχοπτώσεων.
Με τη δημιουργία της λεωφόρου ταχείας κυκλοφορίας στο χώρο του
ποταμού και στον περιβάλλοντα χώρο θα κυριαρχήσει για άλλη μια φορά η
χρήση του αυτοκινήτου εις βάρος των ήπιων χρήσεων του περιπάτου, της
αναψυχής, του πολιτισμού. Οι περιοχές κατοικίας Νέου Φαλήρου και
Μοσχάτου θα αποκοπούν εντελώς μεταξύ τους». Σημειώνουν σε υπόμνημα τους έξι στελέχη του Εργαστηρίου (Μ. Καλαντζοπούλου, Μ. Μαντουβάλου, Μ. Μαυρίδου,
Ν. Μπελαβίλας, Γ. Πολύζος, Α. Σαρηγιάννη). Προτείνουν δε να
διερευνηθούν εναλλακτικές δυνατότητες για κυκλοφοριακές ρυθμίσεις με
αξιοποίηση της οδού Πειραιώς από τη γέφυρα του ποταμού Κηφισού έως
τον κόμβο "Ελαϊς" και τη διοχέτευση της κυκλοφορίας προς την παραλία
μέσω του κόμβου του σταδίου Καραϊσκάκη.
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΔΑΚΤΥΛΙΟΣ & ΛΕΩΦΟΡΟ ΚΗΦΙΣΟΥ
Με την εκπόνηση του φακέλου της ανάληψης των Ολυμπιακών Αγώνων η λεωφόρος Κηφισού εντάχθηκε στα συγκοινωνιακά έργα και συγκεκριμένα αποτέλεσε μέρος του Ολυμπιακού Δακτυλίου για την εξυπηρέτηση των ολυμπιακών έργων στο παραλιακό μέτωπο.
Στην παρέμβαση της επιτροπής κατοίκων ενάντια στο οδικό έργο στον Κηφισό υπήρξε ο ισχυρισμός ότι το έργο είναι αναγκαίο για την εξυπηρέτηση των γηπέδων μπειζ μπολ και σοφτ μπολ καθώς και του μπιτς βόλεϊ που θα γίνονταν στο παραλιακό μέτωπο.
Μετά την μετατροπή των σχεδίων από την ολυμπιακή επιτροπή και την μεταφορά των γηπέδων σε άλλες περιοχές η επιτροπή επισκέφθηκε των γ.γ. του ΥΠΕΧΩΔΕ και του εξέθεσε την άποψη της για την χρησιμότητα του έργου από την στιγμή που:
• Το γήπεδο του μπιτς βόλεϊ και τα έργα στον Ιππόδρομο μπορούν να εξυπηρετηθούν από τις λεωφόρους Συγγρού και Θησέως.
• Το γήπεδο Καραϊσκάκη καθώς και το ΣΕΦ μπορούν να εξυπηρετηθούν τόσο από τις προαναφερόμενες λεωφόρους όσο και από την γέφυρα Καραϊσκάκη μέσω της οδού Πειραιώς.
Απάντηση στην θέση αυτή δεν υπήρξε.
Στην πορεία εμφανίστηκε ως επιχείρημα από την ολυμπιακή επιτροπή αλλά και από τους υπέρμαχούς της λεωφόρου η ανάγκη σύνδεσής της εθνικής οδού με το λιμάνι μέσω της λεωφόρου Παπανδρέου για την κίνηση προς τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις, των επισκεπτών που θα διαμένουν στα κρουαζιερόπλοια που θα είναι ελλιμενισμένα στο Πειραιά.
Επιχείρημα που κατέπεσε μετά την απόφαση του ΥΠΕΧΩΔΕ και της ολυμπιακής επιτροπής να μην προχωρήσουν στην ένωση της λεωφόρου Παπανδρέου με το λιμάνι.
Γίνεται φανερό ότι τα περί ολυμπιακού δακτυλίου αποτελούν προπέτασμα καπνού για να ενταχθεί το έργο στα ολυμπιακά έργα και να χρησιμοποίηση η κυβέρνηση τον ολυμπιακό νόμο που εμποδίζει την αντίδραση των κατοίκων, και να εξασφαλίζει την απρόσκοπτη κατασκευή ενός έργου που σχεδιάστηκε πριν τρεις δεκαετίες, με την λογική εκείνης της εποχής για τα οδικά έργα και για να εξυπηρετήσει τα συγκοινωνιακά προβλήματα εκείνης της εποχής αλλά και την λογική της υποταγής στο Ι.Χ.
Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από το οδικό έργο στον Κηφισό για το Μοσχάτο και το Νέο Φάληρο
Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από το οδικό έργο υπεράνω και κατά μήκος του Κηφισού στην περιοχή Μοσχάτου – Νέου Φαλήρου αναγνωρίζονται επιγραμματικά ως σοβαρές και από την Περιβαλλοντική Θεώρηση των «Ζέκκου – Καλουδιώτη».
Σημειώνεται ότι οι περιοχές Νέου Φαλήρου και Μοσχάτου στις οποίες αναφερόμαστε (από Πειραιώς μέχρι τη Λεωφόρο Ποσειδώνος) είναι περιοχές με καθαρά χρήση κατοικίας. Στις εν λόγω περιοχές δεν καταγράφονται χρήσεις μεταποίησης ή άλλες. Σημαντικό στοιχείο πρόσθετα επιβαρυντικό στοιχείο, σε όσα θα αναφερθούν κατωτέρω, είναι ότι τα ακραία τμήματα της κατασκευής θα απέχουν μόλις 15 μέτρα ή και λιγότερο από τα μπαλκόνια των διαμερισμάτων των παρακηφίσιων πολυκατοικιών. Συνοπτικά οι επιπτώσεις αυτές είναι οι εξής :
1. Ηχορρύπανση : Με θεσμοθέτημένο όριο ηχοστάθμης L10 τα 70 db(Α), οι μελέτες του ΥΠΕΧΩΔΕ προβλέπουν για την περιοχή στάθμη 79 μέχρι 81 db(Α). Οι μελέτες αυτές αναφέρονται σε δύο λωρίδες κυκλοφορίας και όχι σε τρεις που τελικά θα κατασκευαστούν. Σημειώνεται ότι, επειδή η κλίμακα των μετρήσεων ήχου είναι λογαριθμική, για κάθε αύξηση τριών (3) μονάδων η διαχεόμενη δια του ήχου ενέργεια στο περιβάλλον διπλασιάζεται. Ο ειδικός σε θέματα ηχορρύπανσης καθηγητής του ΕΜΠ Κος Καμπουράκης μας πληροφόρησε, ότι με τέτοια επίπεδα ηχορρύπανσης οι παρακηφήσιοι τουλάχιστον κάτοικοι θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και η χρήση κατοικίας παρά τον Κηφισό θα αλλάξει. Το γεγονός ότι η πηγή του ήχου θα είναι υπερυψωμένη επιδεινώνει το πρόβλημα ( αν ήταν αλλιώς θα τοποθετούσαμε τις καμπάνες των εκκλησιών χαμηλά ). Στις περιβαλλοντικές μελέτες αναφέρεται ως πιθανή μελλοντική αναγκαιότητα ακόμα και η τοποθέτηση ηχοπετασμάτων στα μπαλκόνια των ανώτερων διαμερισμάτων
2. Η ατμοσφαιρική ρύπανση : Προβλέπεται δραματική καθώς δεκάδες χιλιάδες αυτοκίνητα και μάλιστα και βαρέως τύπου (200.000 ανά κατεύθυνση κατά τους υπολογισμούς του ΥΠΕΧΩΔΕ), προβλέπεται ότι θα διέρχονται από την οδογέφυρα.
3. Κίνδυνος Μεγάλου Ατυχήματος : Φορτία τοξικών, καυσίμων και υγραερίων δια της οδογέφυρας εγκυμονούν κινδύνους ατυχήματος με πολλά θύματα, δεδομένης της χρήσης κατοικίας της περιοχής και της εγγύτητας της λεωφόρου με τις κατοικίες.
4. Αισθητική Ρύπανση : Το ογκώδες αυτό έργο ευρίσκεται απολύτως εκτός της κλίμακας, που επικρατεί στην περιοχή και θα κυριαρχεί στο τοπίο, σκιάζοντας μάλιστα τις παρακηφίσιες κατοικίες κάτω του τρίτου ορόφου των πολυκατοικιών.
5. Φωτεινή Ρύπανση : Ο απαιτούμενος ισχυρός φωτισμός του οδικού έργου, δεδομένης και της εγγύτητάς του με κατοικίες, θα δημιουργήσει πρόσθετη όχληση στους κατοίκους. Να σημειωθεί εδώ ότι με δεκάδες αποφάσεις το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει απορρίψει οικοδομικές άδειες, γιατί το κτήριο που θα κατασκευαστεί «κόβει» το φως και την ελεύθερη κυκλοφορία του αέρα από τα διπλανά κτίρια.
6. Αλλαγή του μικροκλίματος : Το έργο λόγω του μεγάλου όγκου του έχει μεγάλη θερμοχωρητικότητα. Θα απορροφά, ως εκ τούτου, μεγάλα ποσά θερμότητας κατά τις θερμές ώρες της ημέρας, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, τα οποία θα αποδίδει αργότερα, αλλάζοντας δραστικά το μικροκλίμα της περιοχής και δημιουργώντας δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης για τους κατοίκους. Το πρόβλημα προβλέπεται ιδιαίτερα σημαντικό κατά τις ημέρες καύσωνα, που προβλέπονται τα επόμενα χρόνια συχνές.
7. Μόλυνση και έντομα : Ο Κηφισός θα σκιαστεί από την οδογέφυρα, αλλά θα παραμείνει ανοικτός. Τα προβλήματα των οσμών από τα λύματα που απορρίπτονται και τα έντομα που ενδημούν και σήμερα στα λιμνάζοντα νερά, θα ενταθούν σε μεγάλο βαθμό. Ο Κηφισός στην περιοχή Μοσχάτου Νέου Φαλήρου θα μεταβληθεί κατ’ ουσία σε ανοικτό και ανήλιαγο οχετό.
Αξίζει να επαναλάβουμε και να τονίσουμε, ότι η μελέτη αυτή, που αποτελεί και την βασική περιβαλλοντική μελέτη του έργου, αφορά διαφορετικό έργο από αυτό που κατασκευάζεται σήμερα, αφού αναφέρεται σε κατασκευή αερογέφυρας με δύο λωρίδες ανά κατεύθυνση και στήριξη στο κέντρο με την μορφή ύψιλον και όχι σε τρεις λωρίδες ανά κατεύθυνση με στήριξη στο άκρο του ποταμού.
Συμπερασματικά το περιβάλλον και οι συνθήκες διαβίωσης και ποιότητας ζωής θα υποβαθμιστούν δραματικά λόγω του έργου στις περιοχές Μοσχάτου και Νέου Φαλήρου και οι κάτοικοι θα έχουν πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας, εκ των, κατά τα ανωτέρω, επιπτώσεων σε αυτούς.
Πολιτική εξουσία και Κηφισός
Όσο αφορά την τοποθέτηση των πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων του ΥΠΕΧΩΔΕ , πρέπει να σημειώσουμε ότι αποτελεί μνημείο λειτουργίας του ελληνικού κράτους και συνίσταται από μια σειρά αλληλοσυγκρουόμενων και αντιφατικών θέσεων και αποφάσεων, αλλά και από μια σειρά υποσχέσεων που αποδεικνύονται , σχεδόν αμέσως , αν όχι ανυπόστατες πάντως χωρίς βάση.
Αξίζει να πούμε χαρακτηριστικά ότι έχει κατατεθεί ερώτηση για το θέμα ΤΡΕΙΣ φορές στην ελληνική Βουλή και ο υπεύθυνος υπουργός (Κώστας Λαλιώτης) απαξίωσε να απαντήσει .
Την ίδια πολιτική κρατούν και οι υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩΔΕ καθώς και το γραφείο του πρωθυπουργού που αρνούνται να απαντήσουν στα υπομνήματα που έχουν κατατεθεί σε αυτές από την επιτροπή και μεμονωμένους κάτοικους.
Μάλιστα ενώ τόσο ο τότε γ.γ. Δημόσιων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ κ .Χρυσικόπουλος στις 15/2/98 , ενώπιον κατοίκων και δημοτικών αρχών σε συνάντηση στο γραφείο του, όσο ο τότε τέως γ.γ. Περιβάλλοντος του ίδιου υπουργείου και κατόπιν υποψήφιος Νομάρχης Πειραιά κ. Σαράφογλου στις 24/2/98 στο Δημοτικό Συμβουλίου Πειραιά, διαβεβαίωναν ότι θα αρθούν οι απαλλοτριώσεις στην περιοχή και θα εξεταστούν όλες οι εναλλακτικές λύσεις που πρότειναν επιστήμονες, κάτοικοι και νομαρχιακή αυτοδιοίκηση, ο τότε Υπουργός του ίδιου υπουργείου υπέγραφε απόφαση στις 23/2/98 (Δ12/0/30841) που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 188 24/3/98 με την οποία γίνονται επίσπευση στο οδικό έργο της κατασκευής της γέφυρας (αρχικός σχεδιασμός) και στις διαδικασίες απαλλοτριώσεις των σπιτιών των κατοίκων της περιοχής.
Σημειώνουμε ακόμη ότι στο ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ υπογραφής της απόφασης και δημοσίευσης της στην εφημερίδα της κυβέρνησης , ο πρωθυπουργός της χώρας απαντώντας σε επιστολή της τότε Βουλευτού Πειραιώς και Νήσων Στέλλας Αλφιέρη αναφορικά με το θέμα (ΑΠΥ 9/3/98), την διαβεβαίωνε ότι το οδικό έργο θα εξεταστεί από μηδενική βάση και η κυβέρνηση πρόκειται να λάβει υπόψη της όλες τις εναλλακτικές προτάσεις.
Τέλος πρέπει να πούμε ότι το ΥΠΕΧΩΔΕ προσπαθεί να αποχαρακτηρίσει τον Κηφισό από ποτάμι έτσι ώστε να μην ισχύσει η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ποτάμια και τα ρέματα.
Αυτό προκύπτει τόσο από την εισαγωγική έκθεση της μελέτης για το οδικό έργο , όσο και από απάντηση του ΥΠΕΧΩΔΕ προς την επιτροπή αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχουν προσφυγή κάτοικοι της περιοχή (237/96).
Κηφισού και κίνδυνος πλημμύρων .
Από την πρώτη στιγμή το ΥΠΕΧΩΔΕ, στην προσπάθεια του να κατασιγάσει τις αντιδράσεις των κατοίκων και των περιβαλλοντικών οργανώσεων ενάντια στο έργο, προσπάθησε να συνδέσει το οδικό έργο με την αντιμετώπιση του πλημμυρικού προβλήματος και των αντιπλημμυρικών έργων που πρέπει να γίνουν στην περιοχή για την αντιμετώπιση του.
Από την πρώτη στιγμή οι κάτοικοι της περιοχής, αλλά και οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις και οι πανεπιστημιακοί που συνεργάζονται με την επιτροπή κατοίκων Μοσχάτου Ν. Φαλήρου ενάντια στο οδικό έργο στον Κηφισό, απορρίπτουν το δίλημμα «οδικό και αντιπλημμυρικό ή τίποτε» και ζητούν να προχωρήσει το αντιπλημμυρικό έργο.
Εκφράζουν δε την αντίθεση τους στο «αντιπλημμυρικό» έργο που έχει σχεδιαστεί, αφού δεν το θεωρούν ως έργο για την προστασία της περιοχής από τις πλημμύρες αλλά έργο για την στήριξη της υπερυψωμένης λεωφόρου.
Από το 1997 προειδοποιούσε ο τότε γενικός γραμματέας του Συνδέσμου Μελετητών Υδραυλικών Έργων. «Τα έργα στον Κηφισό θα πνίξουν την Αθήνα».
Ο Δ. Σωτηρόπουλος προφήτευε: «Κάνοντας έργα στον Κηφισό και γενικά στην Αττική δεν θωρακίζουμε την πόλη. Μεταφέρουμε το νερό από τα πιο ψηλά σημεία στις εκβολές των ποταμών, όπου οι συνθήκες είναι κατά κανόνα δυσμενέστερες».
Παράλληλα εξηγούσε ότι τα συγκεκριμένα έργα κατασκευάζονται με προδιαγραφές της προηγούμενης 15ετίας.
«Μέχρι να ολοκληρωθούν, οι συνθήκες θα έχουν αλλάξει. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την οικοπεδοποίηση του Μενιδίου και των Θρακομακεδόνων και τις πυρκαγιές στην Πεντέλη, που έχουν αυξήσει την επιφανειακή ροή των νερών».
Δυστυχώς οι τέσσερις πλημμύρες των τελευταίων μηνών τους δικαίωσαν πλήρως.
Πέρα από την θέση αυτή υπάρχει και η θέση του καθηγητής Δημήτρης Κουτσογιάννης του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών , Τομέας Υδατικών Πόρων του ΕΜΠ, που παρουσιάστηκε στους κατοίκους στις 27 Μαΐου 2002 και αναφέρει:
«Αναπληρωτής καθηγητής Δημήτρης Κουτσογιάννης του τμήματος Πολιτικών Μηχα-νικών , Τομέας Υδατικών Πόρων του ΕΜΠ
27 Μαΐου 2002
Για την κάλυψη του Κηφισού ποταμού
Συχνά η κάλυψη των ρεμάτων στις πόλεις προβλήθηκε σαν σωτήρια λύση για την αισθητική, το περιβάλλον και την υγεία. Και σ’ αυτό υπάρχει ένα μέρος αλήθειας: όταν ένα ρέμα μετατραπεί σε αποδέκτη κάθε μορφής λυμάτων και αποβλήτων, η μετατροπή του σε υπόνομο είναι μια λύση.
Ήδη, στην αρχαία Αθήνα έχουμε τη μετατροπή του Ηριδανού σε οχετό. Όμως, ακόμα καλύτερη λύση είναι η προστασία των ρεμάτων από τα λύματα, που μπορεί να επιτευχθεί με κατάλληλα νομοθετικά και τεχνικά μέσα, καθώς και αυστηρή επιτήρηση και επιβολή ποινών στους ρυπαίνοντες. Και πάλι στην αρχαία Αθήνα συναντάμε την εφαρμογή αυτής της λύσης: ο νόμος περί βυρσοδεψών απαγορεύει τη διάθεση αποβλήτων στον Ιλισό.
Στη σύγχρονη Αθήνα, αναμφίβολα έχει γίνει κατάχρηση της πρακτικής της κάλυψης των ρεμάτων. Συνδυάστηκε δε πολύ καλά με το “ψαλίδισμα” του δικτύου των φυσικών ρεμάτων. Εκπλήσσεται κανείς, αν δει ένα χάρτη του 19ου αιώνα, με το πόσο εκτεταμένο ήταν αυτό το φυσικό δίκτυο. Στο ψαλίδισμα και την κάλυψη των ρεμάτων πρωτοστάτησε η “ιδιωτική πρωτοβουλία” των οικοπεδούχων αλλά και των καταπατητών οικοπεδικών εκτάσεων.
Είναι όμως πιο απογοητευτικό το γεγονός ότι και το ελληνικό δημόσιο, εκφραζόμενο είτε μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης, είτε μέσω της κεντρικής διοίκησης, έχει συχνά συμπεριφερθεί σαν ένας κοινός καταπατητής. Αφού δεν προ-νόησε, π.χ. μέσω ρυθμιστικών σχεδίων, να χωροθετήσει περιοχές για δημόσια χρήση, όπως πάρκα και οδικούς άξονες, αδυνατώντας στη συνέχεια να επωμιστεί το κόστος των απαλλοτριώσεων που θα απαιτούνταν για την εκ των υστέρων υλοποίησή τους, βρήκε πρόσφορη τη λύση της κάλυψης των ρεμάτων και της μετατροπής τους σε οδικούς άξονες.
Έτσι, ο ιερός κατά τους αρχαίους Ιλισός ποταμός μετατράπηκε τον 20ο αιώνα (με εξαίρεση μικρό τμήμα κοντά στις εκβολές) σε οχετό με οδικό άξονα πάνω του. Πιο πρόσφατα, το ίδιο έχει δρομολογηθεί και σε ένα τμήμα εφαρμοστεί, και για το μεγαλύτερο ποτάμι της Αθήνας, τον Κηφισό, που δέχεται τα νερά του συντριπτικά μεγάλου ποσοστού του Αθηναϊκού λεκανοπεδίου καθώς και των ορεινών όγκων της Πάρνηθας και της Πεντέλης. Έτσι, θα πάψει σε λίγο η Αθήνα να δείχνει ίχνη από τα φυσικά της ποτάμια. Όλα θα έχουν γίνει οχετοί. θα έχει όμως και άλλους οδικούς άξονες για να κυκλοφορούν τα εκατομμύρια των ιδιωτικών αυτοκινήτων των κατοίκων της, μέσα σε ένα κυκλοφοριακό χάος, που, σε πείσμα των νέων οδικών αξόνων, συνεχώς επιτείνεται.
Θα είναι πιο όμορφο το Αθηναϊκό τοπίο, χωρίς ίχνη από τις φυσικές κοίτες των ποταμιών του. ακόμη και τις ελάχιστες που έχουν απομείνει ακάλυπτες; Μάλλον το αντίθετο. Οι οδικοί άξονες στη θέση των ποταμών, μάλλον ασχήμια προσθέτουν. Και παράλληλα αφαιρούν από την πόλη κάτι από την φυσική και την ιστορική φυσιογνωμία της, και απ’ τους κατοίκους της κάτι απ’ τη - μικρή έστω - σχέση τους με τη φύση.
Μήπως, όμως, με την κάλυψη ενός ποταμού αυξάνεται το επίπεδο ασφάλειας και δεν κινδυνεύουμε πια από πλημμύρες; Δυστυχώς και εδώ η απάντηση είναι αρνητική. Είναι απλό να καταλάβουμε ότι μια διατομή ενός ποταμού χωρίς “οροφή” είναι υδραυλικά πλεονεκτικότερη σε σύγκριση με την διατομή καλυμμένη από πάνω: οι τριβές που δημιουργούνται στην επαφή του νερού με την πλάκα της “οροφής” μειώνουν την παροχετευτική ικανότητα του ποταμού. Στο μειονέκτημα αυτό των σκεπασμένων ποταμών θα πρέπει να προσθέσουμε και τη δυσκολία επιτήρησης και συντήρησης καθώς και της αποκατάστασης βλαβών και της απομάκρυνσης ξένων σωμάτων (π.χ. ενός αυτοκινήτου ή μηχανήματος) που τυχόν από έχουν εισχωρήσει από την ανάντη ελεύθερη κοίτη στην κατάντη σκεπασμένη κοίτη του ποταμού.
Μήπως, όμως, οι προβλέψεις που έγιναν για την παροχετευτική ικανότητα του Κηφισού (και των άλλων ρεμάτων στην Αθήνα) είναι τέτοιες που να μη δημιουργούν καμία ανησυχία για τους κατοίκους των γύρω περιοχών; Μήπως δηλαδή οι διατομές που κατασκευάζονται έχουν τέτοια επάρκεια ώστε να επιτρέπουν την ασφαλή διοχέτευση κάθε πιθανής πλημμύρας;
Και σε αυτά τα ερωτήματα η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική. Δυστυχώς, κανένα έργο δεν μπορεί να είναι τόσο ασφαλές, ώστε να επαρκεί για κάθε πιθανή πλημμύρα. Έτσι, πρέπει να ορίσουμε ένα επίπεδο ασφάλειας που θεωρούμε ικανοποιητικό και να προχωρήσουμε στη μελέτη του έργου με αυτό το επίπεδο ασφαλείας. Συνήθως στα μεγαλύτερα υδραυλικά έργα, που είναι τα φράγματα, το επίπεδο ασφαλείας είναι πολύ ψηλό: αντέχουν σε πλημμύρες με συχνότητα (ή ετήσιο ρίσκο) που, ανάλογα με το φράγμα, ξεκινά από 1:1000 και φτάνει ή ξεπερνά το 1:100.000. Με άλλα λόγια, οι κατασκευές ασφαλείας ενός φράγματος μπορούν να διοχετεύσουν μια πλημμύρα τόσο μεγάλη, όσο αυτή που θα συμβεί μια φορά στα 1000 χρόνια, ή ακόμη και μια φορά στα 100.000 χρόνια (και αυτό ας μη μας φαίνεται εξωφρενικά και ανώφελα υπερασφαλές: η πλημμύρα που συμβαίνει μια φορά στα 1000 χρόνια, μπορεί να συμβεί αύριο!). Με αυτό τον τρόπο, για τις περιοχές που βρίσκονται κατάντη των φραγμάτων αλλά και για τα ίδια τα φράγματα επιτυγχάνεται ένα ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας.
Στα αστικά έργα αποχέτευσης ομβρίων έχουν συχνά υιοθετηθεί επίπεδα ασφαλείας πολύ μικρότερα, ή ετήσιο ρίσκο πολύ μεγαλύτερο που για μικρά έργα κυμαίνεται από 1:5 μέχρι 1:10. Και αυτό είναι σωστό, με δεδομένο ότι οι καταστροφές που θα συμβούν αν “αστοχήσουν” αυτά τα μικρά έργα δεν θα είναι σπουδαίες.
Όμως, η περίπτωση του Κηφισού είναι διαφορετική. Δεν πρόκειται για μικρό έργο και τυχόν “αστοχία” του, δηλαδή αδυναμία να διοχετεύσει τη φυσική πλημμυρική παροχή, θα έχει πολύ καταστρεπτικές συνέπειες. Αν και δεν έχουν, όπως θα έπρεπε, γίνει προσωμοιώσεις αυτού του απευκταίου ενδεχομένου, στο οποίο ο σκεπασμένος Κηφισός θα μετατραπεί σε “διώροφο” ποτά-μι, με το επιφανειακό, έξω από το καλυμμένο, τμήμα του να επεκτείνεται σε μεγάλη έκταση, μπορούμε να εικάσουμε ότι θα υπάρξει εκατόμβη ανθρωπίνων θυμάτων.
Αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε για τον Κηφισό θα έπρεπε ίσως να υιοθετηθεί επίπεδο ασφαλείας αντίστοιχα με αυτό ενός φράγματος (π.χ. 1:1000 ή αυστηρότερο). Τότε όμως η απαιτούμενη διατομή θα είχε πολύ μεγάλο πλάτος, τα έργα θα είχαν δυσβάστακτο κόστος και το κύριο μέλημά μας δεν θα ήταν πώς θα “βολέψουμε” τον αυτοκινητόδρομο εις βάρος του Κηφισού, αλλά πώς θα χωρέσουμε τον Κηφισό εις βάρος του παρόχθιου δρόμου. Εν όψει αυτού του αδιεξόδου, υιοθετήθηκε επίπεδο ασφαλείας μόλις 1:50, και αυτό με τις συνθήκες της δεκαετίας τους 1970. Με τη σημερινή έντονη αστικοποίηση, και αυτό το μη ικανοποιητικό επίπεδο θα έχει κατεβεί, άγνωστο πόσο.
Σε άλλες πόλεις υπήρξε μεγαλύτερη προνοητικότητα. Στη Λάρισα, για παράδειγμα, τα έργα του Πηνειού μελετήθηκαν με επίπεδο ασφάλειας 1:1000.
Συμπερασματικά, το θέμα του Κηφισού, ως ποταμού και όχι ως οδικού άξονα, είναι ιδιαίτερα σοβαρό και μελετημένο σε βαθμό τελείως αναντίστοιχο με τη σοβαρότητά του.
Όσο και αν τον Κηφισό τον έχουμε συνηθίσει σαν ένα ξεροπόταμο και όσο και να θέλουμε να τον ξεχάσουμε “θάβοντάς” τον και μετατρέποντάς τον σε αυτοκινητόδρομο, δεν θα πάψει να είναι ένα απειλητικό ποτάμι που πλημμυρίζει και σίγουρα θα μας θυμίζει κάθε τόσο την παρουσία του.»
Άλλοι πανεπιστημιακοί εκτιμούν ότι το έργο που γίνεται δεν θα προστατεύσει τις κατάντι του ποταμού περιοχές από τις πλημμύρες.
Η κ. Μ. Μιμίκου, καθηγήτρια Υδρολογίας του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, υποστηρίζει ότι:
«Δεν υπάρχει στρατηγικό σχέδιο αντιπλημμυρικής προστασίας για την Αθήνα», επισημαίνοντας το πόσο «κακά οχυρωμένη» είναι η πρωτεύουσα ακόμη κι απέναντι σε μια μικρή μπόρα.
«Ξέρω ότι πολλά έργα γίνονται πρόχειρα και με ανεπαρκείς μελέτες. Δεν υπάρχει καν η υποδομή διαχείρισης του προβλήματος», επιμένει η ίδια αναφερόμενη σε μελέτες απορροής των νερών της βροχής και προστασίας των μεγάλων έργων, του μετρό συγκεκριμένα αλλά και των ΗΣΑΠ.
«Στη λεκάνη του Κηφισού έχει υπάρξει μεγάλη αστικοποίηση. Τα δίκτυα ομβρίων υδάτων είναι ανεπαρκή κι έχουν κακή έως ανύπαρκτη συντήρηση. Τα ρέματα έχουν καλυφθεί από δρόμους και σπίτια. Δεν γίνεται η φυσική επαγωγή των βρόχινων νερών», εξηγεί η Μ. Μιμίμου.
Παρόμοιες είναι τόσο οι θέσεις του Γιώργου Τσακίρης, καθηγητή του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου στη Σχολή Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών και διευθυντής του Εργαστηρίου Εγγειοβελτιωτικών Έργων και Διαχείρισης Υδατικών Πόρων όσο και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
Κατά την άποψη του κ. Τσακίρη, όλα όσα έγιναν με τις πλημμύρες στον Κηφισό δείχνουν ότι «η αξιοπιστία του συστήματος κλειστών αντιπλημμυρικών αγωγών είναι μειωμένη σε σχέση με τους αντίστοιχους ανοιχτούς αγωγούς και τα φυσικά ρέματα»
Υπάρχει και κάτι άλλο που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την απομάκρυνση των πλημμυρικών νερών από την παράκτια περιοχή. Ο Κηφισός, όπως και πολλά ρέματα, έχει προβλήματα υψομετρίας: όταν φθάνουν στην εκβολή τα νερά έχουν μικρές ή ελάχιστες κλίσεις, γι' αυτό παραμένουν στο εσωτερικό. Η προέκταση της στεριάς προς τη θάλασσα που επιχειρείται για τη δημιουργία ζωνών διαφόρων χρήσεων (οδικά έργα, χώροι αναψυχής κ.ά.) σε πολλές παραλιακές πόλεις, όπως και στην Αθήνα, δημιουργεί εντονότερα προβλήματα παρεμπόδισης της ροής υδάτων στα ρέματα κοντά στην εκβολή. Όπως επισημαίνει ο κ. Τσακίρης, αυτό συμβαίνει γιατί: α) συχνά παρεμβάλλονται εμπόδια στην επιφανειακή απορροή της παραλιακής ζώνης προς τη θάλασσα• β) μειώνεται ακόμη περισσότερο η κλίση στα ρέματα λόγω της επιμήκυνσής τους (μεγαλύτερη διαδρομή του νερού).
Αναρωτιέται κανείς τι άλλο χρειάζεται το ΥΠΕΧΩΔΕ για να επανεξετάσει σοβαρά και υπεύθυνα τις θέσεις που εκφράζονται ενάντια στα έργα που κατασκευάζονται.
Πότε αυτό το κράτος θα σκεφθεί με γνώμονα το συμφέρον των πολιτών του και όχι των οικονομικών συμφερόντων.
ΚΙΝΗΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΗΦΙ-SOS
Αλωνιάτης Απόστολος
6944243094 - 6934243094
Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου