Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Ο Ελαιώνας των μεγάλων αντιφάσεων

27 Μάιος, 2010

Ο Ελαιώνας των μεγάλων αντιφάσεων


Όπως στο παρελθόν ο κατάφυτος Ελαιώνας ξεχώριζε από το άνυδρο τοπίο της Αττικής έτσι και σήμερα ο μετά-βιομηχανικός Ελαιώνας ξεχωρίζει από την Αθήνα των πολυκατοικιών.
Του Πάνου Δραγώνα


Παρατηρώντας την Αθήνα από ψηλά, μπορούμε να ξεχωρίσουμε δύο περιοχές μέσα από την παχύρευστη μάζα των πολυκατοικιών: Η πρώτη είναι το κέντρο της πόλης, όπως οριοθετείται από τους λόφους της Ακρόπολης και του Λυκαβηττού και τα δύο κεντρικά πάρκα, τον Εθνικό Κήπο και το Πεδίον του Άρεως. Η δεύτερη είναι ο Ελαιώνας, ο οποίος ξεχωρίζει από τα μεγάλα κτηριακά κελύφη που διακρίνονται, ατάκτως ερριμμένα, ανάμεσα σε χέρσες εκτάσεις και υπολείμματα πρασίνου.

Η συνολική έκταση του Ελαιώνα είναι εμφανώς μεγαλύτερη από το ιστορικό κέντρο της πόλης. Ο Ελαιώνας αποτελεί τη μεγάλη εφεδρεία της Αθήνας,  την τελευταία κεντρική περιοχή που παρέμεινε εκτός σχεδίου. Η ιστορία του είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα καθώς, σε διαφορετικές εποχές και με διαφορετικούς τρόπους, ο Ελαιώνας διαφοροποιείται από το ευρύτερο φυσικό και αστικό περιβάλλον της Αττικής.

Από την αρχαιότητα και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, η περιοχή είναι κατάφυτη από ελιές, στις οποίες οφείλει και το όνομα της. Ο ιστορικός Ελαιώνας ήταν ένα ανθρωπογενές τοπίο το οποίο αποτελείτο από περισσότερα από 100,000 ελαιόδεντρα τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, φυτεύτηκαν στα χρόνια του Περικλή(1). Η ακριβής εικόνα της περιοχής στην αρχαιότητα παραμένει ανεξερεύνητη.(2) Είμαστε όμως σε θέση να γνωρίζουμε την εικόνα του Ελαιώνα λίγο μετά την απελευθέρωση της πόλης, μέσα από τις μαρτυρίες περιηγητών που περιγράφουν μια εύφορη κατάφυτη περιοχή.(3) Καθώς επίσης και από τις λιθογραφίες και τις πρώτες φωτογραφίες της περιοχής, όπου ο Ελαιώνας διακρίνεται με σαφήνεια μες το ξερό τοπίο της Αττικής.



[Ferdinand Stademann, Άποψη της δυτικής Αθήνας από το λόφο των Νυμφών, 1853.
Πηγή: http://www.flickr.com/photos/24919704@N04/3869695855/]
Ο Ελαιώνας μετασχηματίζεται καθ' όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα όταν στην περιοχή δημιουργείται ένα μεγάλο μέρος της αθηναϊκής βιομηχανίας. Ο μετασχηματισμός του ιστορικού Ελαιώνα σε βιομηχανική ζώνη έγινε δίχως πρόγραμμα και πρόβλεψη των κατάλληλων υποδομών. Αρχικά δημιουργήθηκαν ελαιοτριβεία και κεραμοποιεία και στη συνέχεια σαπωνοποιεία, χαρτοποιίες και βυρσοδεψία. (4) Ενώ τα τελευταία χρόνια, και μετά την παρακμή της αθηναϊκής βιομηχανίας, στην περιοχή κυριαρχούν οι μεγάλες αποθήκες και οι εγκαταστάσεις μεταφορικών εταιρειών.

Σήμερα, το φυσικό τοπίο σε ελάχιστα μόνο σημεία θυμίζει την παλαιά μορφή του. Στην περιοχή δεν έχουν διατηρηθεί παρά μεμονωμένα δείγματα από τις αρχαίες ελιές. Η καταστροφή του Ελαιώνα δεν οφείλεται μόνο στη βιομηχανία, αλλά και στην αυθαίρετη δόμηση και τη δημιουργία νέων περιοχών καλλιέργειας. Έτσι γύρω από το ρέμα του Προφήτη Δανιήλ διαμορφώθηκαν  νέοι λαχανόκηποι για τις διατροφικές ανάγκες των κατοίκων της παλιάς πόλης. Αντίστοιχα στην Ιερά Οδό δημιουργήθηκε ο Βοτανικός Κήπος της Αθήνας, μέρος του οποίου διασώζεται ακόμη στις εγκαταστάσεις της Γεωπονικής Σχολής.


Τον Ελαιώνα εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να διασχίζει το ρέμα του Προφήτη Δανιήλ. Ο Προφήτης Δανιήλ αποτελεί ένα υποβαθμισμένο στοιχείο φυσικού περιβάλλοντος. Η διευθετημένη κοίτη του ασφυκτιά ανάμεσα σε αποθήκες, βιοτεχνίες αλλά και αυθαίρετα πεταμένα μπάζα και σκουπίδια, ενώ το νερό που κυλά στην κοίτη του είναι εμφανώς μολυσμένο.  Παρά την εξαιρετικά προβληματική κατάσταση του, ο Προφήτης Δανιήλ εξακολουθεί  να έχει παρόχθια βλάστηση και να λειτουργεί ως ένας στενός πράσινος διάδρομος ο οποίος διασχίζει τον Ελαιώνα από την Πέτρου Ράλλη μέχρι λίγο πριν την Ιερά Οδό. Η συμβολική διάσταση του Προφήτη Δανιήλ είναι σημαντική δεδομένου ότι πρόκειται για το τελευταίο τμήμα αθηναϊκού ρέματος που έχει διασωθεί ακάλυπτο στο κέντρο της πόλης.



Καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας του, ο Ελαιώνας διαφοροποιείται από το υπόλοιπο τοπίο της Αττικής. Όπως στο παρελθόν ο κατάφυτος Ελαιώνας ξεχώριζε από το άνυδρο τοπίο της Αττικής έτσι και σήμερα ο μετά-βιομηχανικός Ελαιώνας ξεχωρίζει από την Αθήνα των πολυκατοικιών. Η έλλειψη σχεδίου και υποδομών, η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η μεγάλη κλίμακα των βιομηχανικών κελυφών και των χέρσων εκτάσεων συνθέτουν έναν αφιλόξενο και δύσκολα προσπελάσιμο χώρο, ο οποίος αναμένει τον επόμενο μετασχηματισμό του. Η πολιτεία έχει επισημάνει εγκαίρως το πρόβλημα και ήδη από το 1995 θεσμοθέτησε την ανάπλαση της περιοχής με Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο θέτει τους εξής κύριους στόχους: τη δημιουργία ενός σημαντικού πνεύμονα πρασίνου για όλο το λεκανοπέδιο, την προστασία και ανάδειξη των ιστορικών στοιχείων της περιοχής, τη δημιουργία ενός νέου επιχειρησιακού κέντρου ανάμεσα στην Αθήνα και τον Πειραιά και την εξυγίανση της βιομηχανικής παραγωγής και απομάκρυνση των οχλουσών χρήσεων(5)


Η ανασυγκρότηση των υποδομών της πόλης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν άγγιξε τον Ελαιώνα. Η περιοχή ήλθε στην επικαιρότητα αμέσως μετά το 2004 όταν ανακοινώθηκε ότι το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού πρόκειται να μεταφερθεί στον Βοτανικό, σε μικρή απόσταση από την Ιερά Οδό.  Η γενική ιδέα της "Διπλής ανάπλασης" αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες  στρατηγικές παρέμβασης που έχουν διατυπωθεί για την Αθήνα. Η απομάκρυνση του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας μπορεί να απελευθερώσει πολύτιμη έκταση δημόσιου χώρου και να συμβάλει στην γενικότερη ανάπλαση της περιοχής από τη Λεωφόρο ως τον Λυκαβηττό. Ταυτόχρονα η μεταφορά του γηπέδου στον Βοτανικό μπορεί να δημιουργήσει έναν πυρήνα για την ανάπτυξη της υποβαθμισμένης περιοχής.


[Πανοραμική άποψη αθλητικών εγκαταστάσεων γηπέδου ΠΑΟ. Πηγή: www.diplianaplasi.com]
Τα προβλήματα, λοιπόν, της "Διπλής Ανάπλασης" δεν αφορούν στη γενική σύλληψη της ιδέας αλλά στον τρόπο με τον οποίο επιχειρήθηκε η υλοποίηση της. Στον τύπο έχουν γραφεί πάρα πολλά για τα νομικά προβλήματα που οδήγησαν στην αναστολή των εργασιών μετά από προσφυγή της "Επιτροπής Πολιτών για τη διάσωση του Ελαιώνα" στο Συμβούλιο της Επικρατείας(6). Παραδόξως, όμως, δεν έχουν γραφεί παρά ελάχιστα για τη συγκεκριμένη αρχιτεκτονική μελέτη που δημοσιεύτηκε, και ξεκίνησε να εφαρμόζεται. Η προβολή του θέματος από τον τύπο εξαντλείται στην πολιτική και νομική διάσταση του ζητήματος, όπου βέβαια και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές έχουν ισχυρά επιχειρήματα, και δεν αγγίζει το σοβαρότερο ίσως ερώτημα: Το κατά πόσον, δηλαδή, η συγκεκριμένη πολεοδομική και αρχιτεκτονική πρόταση είναι ικανή να συμβάλει στην γενικότερη αναβάθμιση της περιοχής.

Στην κατεύθυνση αυτή αξίζει να επισημανθούν ορισμένα ζητήματα(7):

Το πρώτο αφορά στο προτεινόμενο μοντέλο αστικού χώρου. Στη μελέτη βλέπουμε ότι το νέο γήπεδο γειτνιάζει άμεσα με ένα μεγάλο mall και ένα, απροσδιόριστου χαρακτήρα, πολυλειτουργικό δημοτικό κτήριο το οποίο επίσης φιλοξενεί εμπορικές χρήσεις.(8) Πρόκειται δηλαδή για τρία κτίσματα μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος, τρεις αστικούς πυκνωτές θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε, που παρατίθενται το ένα δίπλα στο άλλο. Είναι σαφές ότι τα τρία παραπάνω κτήρια δεν συνεργούν στη δημιουργία ενός ανοικτού δημόσιου χώρου αναφοράς. Το μοντέλο που υιοθετείται δίνει προτεραιότητα στη δημιουργία κλειστών ελεγχόμενων χώρων συγκέντρωσης, όπου η πρόσβαση γίνεται κυρίως με το αυτοκίνητο.  Ουσιαστικά, δηλαδή, πρόκειται για ένα μοντέλο ανάπτυξης αυτοτελών χώρων κατανάλωσης και αναψυχής το οποίο, συνήθως, συναντάται στις περιφέρειες των πόλεων και σε επαφή με μεγάλους κυκλοφοριακούς άξονες.  Η επιλογή ενός προαστιακού μοντέλου για την ανάπλαση μιας κεντρικής περιοχής εγείρει ερωτήματα τόσο για τη βιωσιμότητα της πρότασης όσο και για τις επιδράσεις που θα ασκήσει στον μετασχηματισμό των γειτονικών εκτάσεων που απέχουν από τους κυκλοφοριακούς άξονες.


Ένα δεύτερο ζήτημα αφορά στη διαμόρφωση των ελεύθερων χώρων της περιοχής και τη νέα διευθέτηση του ρέματος του Προφήτη Δανιήλ. Η συγκεκριμένη πρόταση στερείται κάποιας ισχυρής συνθετικής πρόθεσης σε σχέση με τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος τοπίου. Το πάρκο αντιμετωπίζεται ως υπόλειμμα, ως απροσδιόριστο "πράσινο" το οποίο συμπληρώνει τους αδόμητους χώρους του οικοπέδου. Όπως, δυστυχώς, συμβαίνει συνήθως στην Ελλάδα, η συζήτηση για τη διαμόρφωση ενός πάρκου εξαντλείται στα ποσοτικά χαρακτηριστικά του "πρασίνου" και όχι στα ποιοτικά χαρακτηριστικά που θα προσελκύσουν τον κόσμο και θα εξασφαλίσουν τη λειτουργία του. Ερωτηματικό αποτελεί, τέλος, η τύχη του ρέματος του Προφήτη Δανιήλ. Η διατήρηση του ρέματος στον περιβάλλοντα χώρο του γηπέδου αποτελεί, βέβαια, θετικό γεγονός.   Από την άλλη, όμως, πλευρά δεν παρέχονται επαρκή, για την ώρα στοιχεία, σχετικά με τη χάραξη της νέας Λεωφόρου Προφήτη Δανιήλ νότια του γηπέδου. Το ενδεχόμενο κάλυψης του ρέματος μέχρι την Πέτρου Ράλλη, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι κυκλοφοριακές ανάγκες του γηπέδου, θα είναι σίγουρα ένα ακόμη πλήγμα στο λεηλατημένο φυσικό τοπίο του Ελαιώνα.

Οι παραπάνω διαπιστώσεις οδηγούν σε δύο συμπεράσματα. Αφενός μεν αποδεικνύουν την έλλειψη οράματος που χαρακτηρίζει τους φορείς που εμπλέκονται στην ανάπτυξη της Αθήνας. Και αφετέρου μας αποκαλύπτουν τη μεγάλη δυσκολία του πολεοδομικού προβλήματος του Ελαιώνα.



Στον Ελαιώνα, σήμερα, η Αθήνα έρχεται να εκδηλώσει δύο πολύ ισχυρές, αλλά αντιφατικές μεταξύ τους, ανάγκες:

Ο Ελαιώνας αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη περιοχή για τη δημιουργία ενός νέου μητροπολιτικού πάρκου για την Αθήνα. Η θέση της περιοχής, τα φυσικά χαρακτηριστικά αλλά και η ιστορική ταυτότητα της  τεκμηριώνουν την απαίτηση για τη δημιουργία ενός σημαντικού πνεύμονα πρασίνου που μπορεί να αναβαθμίσει σημαντικά το περιβάλλον των κεντρικών και δυτικών περιοχών της πόλης.

Την ίδια στιγμή, ο Ελαιώνας αποτελεί την πλέον κατάλληλη θέση για τη δημιουργία ενός νέου επιχειρησιακού κέντρου για την Αθήνα. Η ελάχιστη απόσταση από το κέντρο και η άμεση πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς διαμορφώνουν ιδανικές συνθήκες για τη φιλοξενία δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών και τη δημιουργία νέων κτηρίων γοήτρου. Η τάση αυτή έχει, άλλωστε, ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται κυρίως κατά μήκος της Λεωφόρου Αθηνών, με χαρακτηριστικότερο το παράδειγμα της μεταφοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Ο Ελαιώνας, σήμερα, καλείται να αντιμετωπίσει τόσο την ανάγκη της Αθήνας για τη δημιουργία ενός μητροπολιτικού πάρκου όσο και την ανάγκη για την ανάπτυξη ενός νέου επιχειρησιακού κέντρου. Ο Ελαιώνας, σήμερα, απαιτεί την ανάδειξη της ιδιαίτερης ιστορικής ταυτότητας του. Αλλά την ίδια στιγμή αποτελεί και ένα πεδίο έκφρασης νεωτερικών προσεγγίσεων. Ο Ελαιώνας, σήμερα, είναι ένα υποβαθμισμένο έδαφος, ένα οριζόντιο τοπίο που απαιτεί την αποκατάσταση του. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και μια περιοχή όπου μπορούμε να φανταστούμε την πόλη να αποδεσμεύεται από το έδαφος και να αναπτύσσεται καθ' ύψος, πέρα από το όριο των 32 μέτρων.



Οι παραπάνω αντιφάσεις δημιουργούν προβληματισμούς και προκαλούν ανησυχία για την εξέλιξη της περιοχής. Η πόλωση που έχει δημιουργηθεί, ανάμεσα σε επιθετικούς παράγοντες του real estate και σε επιτροπές κατοίκων που προσπαθούν να προστατεύσουν το δημόσιο συμφέρον, αποκρύπτει ένα σημαντικό μέρος του προβλήματος. Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι ότι μέχρι σήμερα δεν έχουν διατυπωθεί αξιόλογες σχεδιαστικές προτάσεις ικανές να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της περιοχής και να υπερβούν τις αντιφατικές απαιτήσεις της πόλης με δημιουργικό τρόπο.

Αν ανατρέξουμε στη διεθνή βιβλιογραφία θα ανακαλύψουμε ότι οι παραπάνω αντιφάσεις παρουσιάζουν πολλά κοινά σημεία με τους προβληματισμούς της σύγχρονης διεθνούς αρχιτεκτονικής. Ο συγκερασμός του φυσικού με το κτισμένο αποτελεί ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον πεδίο έρευνας το οποίο απασχολεί όλο και περισσότερους αρχιτέκτονες, πολεοδόμους και αρχιτέκτονες τοπίου που ακολουθούν την κυρίαρχη, σήμερα, τάση της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης.
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στη θεωρία της τοπιακής πολεοδομίας (landscape urbanism), με κυριότερο εκπρόσωπο τον James Corner, η οποία θέτει ως αφετηρία του πολεοδομικού σχεδιασμού, αντί για το κτήριο, το τοπίο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανοικτών χώρων. Οι υποστηρικτές της τοπιακής πολεοδομίας αμφισβητούν τη διάκριση μεταξύ φυσικών και τεχνητών στοιχείων του χώρου και αναζητούν στρατηγικές συγκερασμού των τοπιακών και κτηριακών χαρακτηριστικών.(9) Μια δεύτερη ενδιαφέρουσα τάση είναι αυτή που αντιμετωπίζει την αρχιτεκτονική ως μεταφορά της φύσης.(10) Ουσιαστικά πρόκειται για μια τάση της επονομαζόμενης "πράσινης" αρχιτεκτονικής η οποία διερευνά νέες αρχιτεκτονικές μορφολογίες επιχειρώντας την αναλογία με μορφολογικά χαρακτηριστικά του φυσικού τοπίου.



Δυστυχώς η Αθήνα, παρ' ότι πριν από έξι μόλις χρόνια φιλοξένησε με επιτυχία τους Ολυμπιακούς αγώνες, παρουσιάζεται ακόμη ανώριμη να αντιμετωπίσει σύνθετα πολεοδομικά προβλήματα και να διατυπώσει νέα οράματα για την πόλη. Η Αθήνα φαίνεται να πληρώνει, ακόμη και σήμερα, μια παρατεταμένη περίοδο αποδιάρθρωσης των θεσμών, παρακμής της δημόσιας αρχιτεκτονικής  και φτωχού δημόσιου λόγου για την πόλη. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν υπάρχουν αδιέξοδα, παρά μόνον θεσμικές αδυναμίες. Η μετατροπή των αντιφάσεων σε ευκαιρίες προϋποθέτει μόνον δύο πράγματα: ισχυρή πολιτική βούληση και νεωτερικές αρχιτεκτονικές προτάσεις.
Σημειώσεις

1.
Βλ. Αλέξανδρος Μποφίλιας, "Ανάδειξη του ιστορικού Ελαιώνα των Αθηνών", Αρχαιολογία & Τέχνες 102 (Μάρτιος 2007), σ.84.
2.Ο.π., σ.91.
3.Βλ. Γουσταύος Φλωμπέρ, Το ταξίδι στην Ελλάδα, Αθήνα: Ολκός, 2007.
4.Βλ. http://www.minenv.gr/3/31/313/31304/g3130404.html
5.Ό.π.
6.Βλ. http://elaionas.wordpress.com/
7.Για πληροφορίες για τη μελέτη βλ. http://www.diplianaplasi.com/
8.Στις 2 Μαρτίου 2010 ανακοινώθηκε ότι το πολυλειτουργικό κέντρο του Δήμου δεν πρόκειται τελικά να υλοποιηθεί.
9.Βλ. James Corner, "Terra Fluxus", από το Charles Waldheim, The Landscape Urbanism Reader, New York: Princeton, 2006, σσ.23-33.
10.Βλ. "Μεταφορές της φύσης", Δομές 01/09, σσ.50-51.



http://www.greekarchitects.gr/gr/republic-space/%CE%BF-%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CF%89%CE%BD-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%86%CE%AC%CF%83%CE%B5%CF%89%CE%BD-id2851


Δεν υπάρχουν σχόλια: