ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ
http://portal.tee.gr/portal/page/portal/LIBRARY/TEKMHRIWSH/Digital%20Library/HMERIDES%202004/097620FC40AB1F54E0440003BA2D133C
ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΡΓΩΝ
ΗΜΕΡΙΔΑ
«Αντιπλημμυρική προστασία Αττικής»
Αντιπλημμυρική προστασία λεκανοπεδίου Αθήνας (Κηφισός-Ιλισός)
Εισηγητής : Μ.Σάρρος
Αθήνα 2 Νοεμβρίου 2004
ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΑΘΗΝΑΣ
ΚΗΦΙΣΟΣ - ΙΛΙΣΟΣ
Α΄ Τμήμα Εισήγησης
Εισηγητής: Μ. Σάρρος
1. Σύντομο ιστορικό του Κηφισού-Υφιστάμενη κατάσταση
Ο Κηφισός είναι ο χείμαρρος που αποτελεί τον αποδέκτη των πλημμυρικών νερών του μεγαλύτερου μέρους του λεκανοπεδίου της Αττικής και όπου συμβάλλουν τα κυριότερα ρέματά του. Η λεκάνη απορροής του φθάνει τα 380Km2 και περιλαμβάνει το μέγιστο τμήμα της αστικής περιοχής του πολεοδομικού συγκροτήματος της Πρωτεύουσας με όρια τα πέριξ βουνά Αιγάλεω, Πάρνηθα, Πεντέλη και τον λόφο του Λυκαβηττού στο κέντρο της πόλης. Το μήκος του Κηφισού από την παραλιακή λεωφόρο Ποσειδώνος μέχρι την συμβολή της Πύρνας, δηλαδή το τμήμα που διέρχεται από αστική περιοχή, είναι 18,40 Km.
Η διευθέτηση του Κηφισού άρχισε το 1900 σε τμήμα κατάντη της οδού Πειραιώς, μήκους 1.00 Km, έπειτα από σοβαρή πλημμύρα κατά την βροχή της 18-11-1889, της γνωστής σαν βροχής του Αγίου Φιλίππου, που είχε ημερήσιο ύψος 150,2 mm. Μέχρι τότε, τα νερά του Κηφισού και του Ιλισού (ο οποίος συνέβαλλε σ΄αυτόν μέσω Χαμοστέρνας) ξεχυνόταν σε τέλμα που υπήρχε στις σημερινές περιοχές Καλλιθέας και Μοσχάτου. Το τέλμα χωριζόταν από το Φαληρικό όρμο με χαμηλές εκτάσεις και με σειρά από θίνες. Τα έργα ανάντη της οδού Πειραιώς άρχισαν το 1935 και ολοκληρώθηκαν το 1956. Διευθετήθηκε ο Κηφισός μέχρι τις «Τρεις Γέφυρες» (ΧΘ 10+300). Κατασκευάστηκε ακάλυπτη τραπεζοειδής λιθένδυτη διατομή. Τα έργα στηρίχθηκαν στις μελέτες του 1934, που συντάχθηκαν όταν ο πληθυσμός της πρωτεύουσας ήταν 800.000 άτομα και η κατοικημένη περιοχή περί τις 7.000 εκτάρια, ενώ τα συμβάλλοντα στον Κηφισό ρέματα ήταν αδιευθέτητα και αποχέτευαν όμβρια νερά αγροτικών κυρίως περιοχών. Έτσι ο Κηφισός διευθετήθηκε για παροχές μόνον 400-600 m3/s.
Στο τμήμα μεταξύ της οδού Κωνσταντινουπόλεως (όπου σήμερα η λαχαναγορά) και των Σεπολίων, δηλαδή από την ΧΘ 1+800 έως την ΧΘ 7+500, η διευθέτηση του Κηφισού δεν ακολούθησε την βαθιά γραμμή, αλλά χαράχθηκε δυτικότερα εκτός του σχεδίου πόλεως του 1932. Η διευθέτηση έγινε με αναχώματα ψηλότερα κατά 1,00 – 1,50m από το πέριξ έδαφος. Στην στέψη των αναχωμάτων διαμορφώθηκαν αργότερα οι Παρακηφίσιοι δρόμοι, ενώ οι ερυθρές των πέριξ δρόμων προσαρμόσθηκαν στην στάθμη του φυσικού εδάφους. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει την πιθανότατα εύλογη απορία, γιατί μέχρι και σήμερα ακόμα πλημμυρίζουν περιοχές δίπλα στο ποτάμι.
Στην κοίτη του Κηφισού, όπως άλλωστε συμβαίνει και σ’ όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις που διαθέτουν παλαιά παντορροϊκά δίκτυα, διοχετεύθηκαν οι υπερχειλίσεις από το παντορροϊκό δίκτυο της πρωτεύουσας , το οποίο εξυπηρετεί τις κεντρικές περιοχές της. Διοχετεύονται επίσης, παρανόμως, ανεπεξέργαστα βιομηχανικά απόβλητα ,τα νερά πλύσης των φίλτρων των σταθμών επεξεργασίας πόσιμου νερού Γαλατσίου και Μενιδίου της ΕΥΔΑΠ και τέλος, μέσω του ρέματος της Πύρνας, διοχετεύονται τα επεξεργασμένα λύματα του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων Μεταμόρφωσης, επίσης της ΕΥΔΑΠ.
Στο μεταξύ ο πληθυσμός της πρωτεύουσας ξεπέρασε τα 3.500.000 κατοίκους και η κατοικημένη έκταση ξεπέρασε τις 30.000 εκτάρια.
Τα φυσικά ρέματα διευθετήθηκαν και πολλές φορές καλύφθηκαν για την κατασκευή λεωφόρων. Έτσι αυξήθηκαν οι πλημμυρικές παροχές και η διευθετημένη κοίτη του Κηφισού (διευθέτηση 1936) αποδείχθηκε ανεπαρκής. Σημειώθηκαν πλημμύρες από υπερχείλιση των νερών του Κηφισού και έγιναν εκτεταμένες κατακλύσεις σε παρόχθιες και παραλιακές
περιοχές κατά τις βροχοπτώσεις στις 18-9-1949, 6-11-1961, 31-10-1972, 2-11-1977, 13-12-1988, 21-10-1994, 1/1996 και 7-8-9/2002.
Μετά τις πλημμύρες του 1961 ο τότε Οργανισμός Αποχετεύσεως Πρωτευούσης εξέτασε την ανάγκη αναδιευθέτησης του Κηφισού. Από τις μελέτες προέκυψε η ανάγκη διαπλάτυνσης και εκβάθυνσης της κοίτης του Κηφισού, ώστε στο τμήμα κατάντη της συμβολής του ρέματος Λιοσίων, να διοχετεύονται παροχές 900 έως 1400m3/s, με στάθμη νερού χαμηλότερη από την στάθμη του πέριξ φυσικού εδάφους ώστε να είναι δυνατή η αποχέτευση όμβριων των παρακηφίσιων περιοχών.
Οι παροχές υπολογισμού προέκυψαν από εκτιμήσεις βροχομετρικών στοιχείων με μεθόδους ορθολογικές, σε συνδυασμό με την χάραξη (ουσιαστικά αυθαιρέτων) υδρογραφημάτων, αφού σε ολόκληρη την περιοχή της Πρωτεύουσας δεν υπήρχαν (αλλά δυστυχώς ούτε και σήμερα, 40 χρόνια μετά εξακολουθούν να μην υπάρχουν) μετρήσεις πλημμυρικών παροχών. Αν και η ανάγκη μετρήσεων παροχών και η ανεπτυγμένη μεθοδολογία συσχετίσεως παροχών με βροχοπτώσεις είναι καλώς γνωστή στην Ελλάδα και γίνονται, από πολλών ετών, μετρήσεις παροχών ρεμάτων στην ύπαιθρο, τόσο από το ΥΠΕΧΩΔΕ όσο και από την ΔΕΗ, έχει εγκαταλειφθεί προ ετών το δίκτυο μέτρησης παροχών που εγκατεστάθη το 1998 από την ΕΥΔΑΠ σε 8 σημεία του Κηφισού και βασικών συμβαλλόντων ρεμάτων.
Στις προμελέτες που είχαν συνταχθεί το 1968 προβλεπόταν η διαμόρφωση ακάλυπτης κοίτης με τραπεζοειδή διατομή και ορθογωνικό αύλακα για την εκβάθυνση του πυθμένα. Προβλεπόταν επίσης, η διαμόρφωση εκβολής με επέκταση της κοίτης μέσα στον Φαληρικό Όρμο, σε μήκος περί τα 250m κατάντη της τότε παραλιακής λεωφόρου Ποσειδώνος με Στάθμη Πυθμένα –2,50. Λόγοι τουριστικής εκμετάλλευσης του Φαληρικού Όρμου και κυκλοφοριακές ανάγκες, δεν επέτρεψαν την εφαρμογή της προμελέτης του Ο.Α.Π.
Η αξιοποίηση του Φαληρικού Όρμου βασίσθηκε τελικά σε βραβευθείσα λύση Αρχιτεκτονικού διαγωνισμού του 1963. Τα έργα στον Φαληρικό Όρμο, καθώς και τα έργα εκβολής του Κηφισού, άρχισαν το 1972. Η επίχωση θαλάσσιας ζώνης 400m για να κατασκευασθεί το Palais de Sports και η πρόβλεψη διαμόρφωσης λιμένος θαλαμηγών μεταξύ της Πειραϊκής και εκβολής Κηφισού, οδήγησαν στην επιμήκυνση της κοίτης του Κηφισού μέσα στην θαλάσσια περιοχή του όρμου, κατά 680m σε βαθύμετρο θάλασσας –9,50. Η εκβολή του Κηφισού προβλεπόταν να αποτελέσει τον υπήνεμο μόλο του υπόψη λιμένος.
Η διαμόρφωση του λιμένος εγκαταλείφθηκε, χωρίς να κατασκευασθεί η επέκταση του προσήνεμου κυματοθραύστη του Τουρκολίμανου, που θα προστάτευε και την χοάνη εκβολής του Κηφισού. Τα κύματα όμως, προξένησαν ζημιές στα βάθρα του Κηφισού, διαπιστώθηκε δε ότι ο ανάρρους των κυμάτων καθιστούσε προβληματική την εκβολή των νερών των παραλιακών συλλεκτήρων όμβριων. Έτσι το 1983, αποφασίστηκε η ολοκλήρωση των έργων της χοάνης εκβολής του Κηφισού και η κατασκευή του κυματοθραύστη προστασίας της. Κατασκευάσθηκε έργο εκβολής μήκους 880 m με στάθμη πυθμένα στο σημείο εκβολής –10.00 m. Η εκβολή προστατεύεται από τους θαλάσσιους κυματισμούς με κυματοθραύστη.
Η ανάγκη αναμόρφωσης των Παρακηφισίων λεωφόρων και κατασκευής ανισόπεδων κόμβων οδήγησαν το 1971, το τέως Υ.Δ.Ε. στην απόφαση «Αναδιευθετήσεως του Κηφισού από του ρεύματος Αχαρνών μέχρι της παραλιακής λεωφόρου Ποσειδώνος με πρόβλεψη επικαλύψεως της κοίτης αυτού και διαμόρφωσιν κατακόρυφων παρειών». Τα έργα διευθέτησης του Κηφισού κατασκευάζονται από το 1972 μέχρι σήμερα με βάση τις προβλέψεις αυτές.
Η ύπαρξη του παρακηφισίου συλλεκτήρα ακαθάρτων και των Παρακηφισίων λεωφόρων με τα επ’αυτών Fly Over, που κατασκευάσθηκαν περί το 1979-80 και κυρίως η ατολμία στην διενέργεια απαλλοτριώσεων, αποτέλεσαν δεσμευτικά στοιχεία στην επιλογή του πλάτους της κοίτης του Κηφισού. Έτσι με πλήρως διαμορφωμένη την πέριξ «πολεοδομική κατάσταση» (σχήμα οξύμωρο αφού το μεγαλύτερο τμήμα είναι εκτός σχεδίου…) δεν υπήρξε η παραμικρή δυνατότητα για μεγαλύτερη διαπλάτυνση της κοίτης.
«Επείγουσες ανάγκες» κυκλοφοριακών έργων οδήγησαν στην διευθέτηση ενδιάμεσων τμημάτων του Κηφισού, μη συνδεομένων μεταξύ τους, αφού ο βασικότερος επισπεύδων παράγων για την κατασκευή και διευθέτηση του Κηφισού καθώς και για την εν γένει κατασκευή μεγάλης κλίμακας αντιπλημμυρικών έργων μέχρι σήμερα είναι τα έργα της οδοποιίας.
Ενδεικτικά παρατίθεται η διαχρονική εξέλιξη της τμηματικής διευθέτησης του Κηφισού με την σειρά που έγιναν τα έργα :
α. Κατασκευάσθηκε το έργο εκβολής του Κηφισού στον Φαληρικό Όρμο, μήκους 880 m. Στην θέση της εκβολής , το βαθύμετρο του πυθμένα της θάλασσας είναι στα -10.00m. Δέκα περίπου χρόνια αργότερα, η εκβολή προστατεύθηκε από τα κύματα του Αιγαίου Πελάγους με κυματοθραύστη.
β. Κατασκευάσθηκε η γέφυρα της παραλιακής λεωφόρου Ποσειδώνος και διευθετήθηκε σαν ακάλυπτο τμήμα 140m ανάντη της υπόψη γέφυρας.
γ. Κατασκευάστηκαν αλληλοτεμνόμενοι φρεατοπάσσαλοι μέχρι την ΧΘ 0+740, ώστε να προστατεύονται οι παρόχθιες χαμηλές περιοχές Μοσχάτου από τυχόν θραύση των παλιών πλευροτοίχων.
δ. Διευθετήθηκε και καλύφθηκε το τμήμα του Κηφισού όπου ευρίσκονται οι ανισόπεδοι κυκλοφοριακοί κόμβοι της Ιεράς Οδού και της Λεωφ. Καβάλας, δηλαδή το τμήμα μεταξύ ΧΘ 5 + 060 και 6 + 720. Κατασκευάσθηκε η εκβολή στον Κηφισό, του Δαφνορέματος και του ρέματος Μάσχα Περιστερίου παροχετευτικότητας 900m3/s. Το τμήμα μεταξύ ΧΘ 0+140 και 5+060 που αποτελεί τον αποδέκτη του προαναφερθέντος παρέμεινε επί δεκαετίες με την παλιά ανεπαρκή διατομή που είχε δυνατότητα παροχέτευσης περί τα 600m3/s, ενώ η γέφυρα της οδού Πειραιώς η οποία ευρίσκεται στο τμήμα αυτό είχε δυνατότητα παροχέτευσης περί τα 400m3/s.
Υπενθυμίζεται ότι το τμήμα από ΧΘ 0+000 έως ΧΘ 3+060 ευρίσκεται σήμερα υπό κατασκευή.
ε. Διευθετήθηκε και καλύφθηκε το τμήμα από ΧΘ 9 + 030 έως 10 + 100 στην περιοχή των Τριών Γεφυρών, για να συνδεθεί η Εθνική Οδός Αθηνών - Λαμίας με τις Παρακηφίσιες οδούς και κατασκευάσθηκε το έργο συμβολής του ρέματος Λιοσίων στον Κηφισό, ώστε να επαρκεί για την διοχέτευση της αυξημένης πλημμυρικής παροχής που προέρχεται τώρα από τις Ευπυρίδες και την Εσχατιά προς προστασία των Άνω Λιοσίων και της Αττικής Οδού.
στ. Κατασκευάσθηκαν τα έργα του οδικού κόμβου της οδού Αχαρνών με την Εθνική Οδό, περί την ΧΘ 12 + 400 του Κηφισού.
ζ. Κατασκευάσθηκε το έργο διευθέτησης του Κηφισού στην διασταύρωση του με τη λεωφόρο Σταυρού-Ελευσίνας περί την ΧΘ 16 + 500.
η. Διευθετήθηκε το τμήμα από ΧΘ 6+720 έως ΧΘ 9+030 καθώς και το τμήμα από ΧΘ 3+060 έως ΧΘ 5+060.
θ. Κατασκευάζεται το τμήμα από ΧΘ 0+000 έως ΧΘ 3+060. Με το έργο αυτό, ολοκληρώνεται η αναδιευθέτηση του Κηφισού από εκβολής μέχρι τις Τρεις Γέφυρες. Στο έργο αυτό θ’αναφερθούμε εκτενέστερα στην συνέχεια.
ι. Ανάντη των Τριών Γεφυρών και μέχρι τον μαίανδρο του Κόκκινου Μύλου δεν προχωρεί καμία διευθέτηση, παρ’ότι η από 40ετίας υφισταμένη λιθένδυτη κοίτη αλλά και ο πυθμένας έχουν υποστεί από ετών εκτεταμένες και επικίνδυνες φθορές.
ια. Ανάντη του Κόκκινου Μύλου δεν έχει γίνει καμία διευθέτηση παρά μόνον στην περιοχή της διασταύρωσης με την Αττική Οδό (περί την ΧΘ 16+500).
2. Σύντομο ιστορικό του Ιλισού-Υφιστάμενη κατάσταση
2.1Ο Ιλισός, ο αρχαιότερος ποταμός στο Λεκανοπέδιο Αττικής, με λεκάνη απορροής 48,3 km2 πηγάζει από τον Υμηττό και εκβάλλει στο Φαληρικό όρμο , διασχίζει σχεδόν το κέντρο της πόλεως των Αθηνών και πολλούς πυκνοδομημένους Δήμους, έχει μακρό παρελθόν επεμβάσεων και μελετών καθώς και μακρά ιστορία μυστηρίων, από τις Νύμφες της αρχαιότητος μέχρι την σκοπιμότητα της εκτροπής του ή όχι στον Κηφισό, που αποτελεί μυστήριο της σύγχρονης εποχής.
2.2Ο Ιλισός προ του 20ου αιώνα δεν είχε ξεχωριστή εκβολή στο Φαληρικό Όρμο, αλλά συνέβαλε με τον Κηφισό στην περιοχή Χαροκόπου- Χαμοστέρνας. Το 1905 μελετήθηκε ξεχωριστή κοίτη και εκβολή του Ιλισού από τη Γέφυρα Χαροκόπου μέχρι το Φαληρικό Όρμο. Με βάση τη μελέτη αυτή ο Ιλισός διευθετήθηκε πριν από το 1930 στο τμήμα από τη θάλασσα μέχρι τη γέφυρα Χαροκόπου σε απόσταση περίπου 3,0 km. Οι πρώτες μελέτες για τη συστηματική διευθέτηση του Ιλισού έγιναν το 1931-35 από την «Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Κατασκευής Υπονόμων Αθηνών-Πειραιώς και Περιχώρων Α.Ε.» (μετέπειτα ΥΔΡΕΞ), για το τμήμα από τη γέφυρα Χαροκόπου και προς τα ανάντη. Η διευθέτηση προέβλεπε ανοικτές διατομές με την κατασκευή δύο πλευρικών τοίχων από αρμολογημένη λιθοδομή και κοιτόστρωση του πυθμένα με λιθεπένδυση, αλλά η πυκνή ανοικοδόμηση, ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο, οδήγησε στην κάλυψη της κοίτης.
2.3Οι εργασίες διευθέτησης άρχισαν το 1937 από την περιοχή της διασταύρωσης των οδών Μεσογείων - Κατεχάκη και συνδυάστηκαν με την κάλυψη και άλλων ρεμάτων που συνέβαλαν με τον Ιλισό καθώς και με την κατασκευή συλλεκτήρων του κέντρου της Αθήνας. Οι εργασίες διευθέτησης του κύριου κλάδου του Ιλισού (κλάδος Μιχαλακοπούλου – Σωτηρίας) άρχισαν το 1937 από το Χώρο της Σχολής Χωροφυλακής και μέχρι το 1939 κατασκευάστηκε το τμήμα υπό τις οδούς Μεσογείων και Μιχαλακοπούλου μέχρι την οδό Παπαδιαμαντοπούλου.
2.4Ο Ιλισός στο τμήμα μεταξύ της οδού Παπαδιαμαντοπούλου και Παναθηναϊκού Σταδίου ακολουθεί τις οδούς Μιχαλακοπούλου και Βασ. Κωνσταντίνου και είναι διευθετημένος με δίδυμη κυκλική διατομή διαμέτρου 2Χ D=3.80 μέχρι τη Λ. Βασ. Αλεξάνδρου (συμβολή με Ηριδανό) και 2Χ D=4.20 μέχρι το Παναθηναϊκό Στάδιο.
2.5Στο τμήμα μεταξύ Παναθηναϊκού Σταδίου και οδού Φορνέζη (πέρας καλυμμένου τμήματος),ακολουθεί πορεία δια μέσου των οδών Βασ. Κωνσταντίνου, Καλλιρρόης, μέχρι την οδό Χαροκόπου και στη συνέχεια μεταξύ των οδών Σαλαμίνος – Ιλισού και Παν. Τσαλδάρη ως την οδό Φορνέζη, όπου περατώνεται το κλειστό τμήμα. Η αρχική μελέτη (1931-1936) προέβλεπε το τμήμα του Ιλισού από την γέφυρα στο Στάδιο μέχρι τη Γέφυρα στη Λ. Συγγρού να μείνει ακάλυπτο και έτσι κατασκευάστηκε αρχικά. Η διατομή ήταν τραπεζοειδής με πλάτος πυθμένα 8,00 μ. για το τμήμα Στάδιο – οδός Αναπαύσεως και 12,00 μ. για το υπόλοιπο τμήμα έως τη γέφυρα της Λ. Συγγρού. Στη συνέχεια με βάση τη μελέτη της «ΥΔΡΕΞ Α.Ε.» καλύφθηκε η ανοικτή κοίτη και οι διαστάσεις της κλειστής διατομής προσαρμόστηκαν στις διαστάσεις της υφιστάμενης ακάλυπτης κοίτης. Αργότερα, η επικάλυψη επεκτάθηκε μέχρι την οδό Φορνέζη (Χ.Θ. 2+100).
2.6Για το κατάντη της Οδού Φορνέζη (Χ.Θ. 2+100 από την Λ. Ποσειδώνος) ανοικτό τμήμα του Ιλισού διαπιστώθηκε, ότι τα στοιχεία της μηκοτομής έχουν αλλάξει και δεν βρίσκονται σε συμφωνία με την μελέτη («Προμελέτη διευθέτησης των εκβολών Κηφισού και Ιλισού», Σ. Δάλλας, 1969). Το πλάτος της διατομής άλλαξε και καταργήθηκαν όλοι οι προβλεπόμενοι στην αρχική μηκοτομή αναβαθμοί, 6 στον αριθμό. Από τη Χ.Θ. 2+100 (χιλιομέτρηση από τη
χαμηλή λεωφόρο Ποσειδώνος) έως τη Χ.Θ. 1+980 (πεζογέφυρα οδού Σκίπη) ο αγωγός συνεχίζει ανοικτός με b=12 μ.Στο μέσον περίπου μεταξύ των πεζογεφυρών των οδών Σκίπη (Χ.Θ. 1+960) και Πλωμαρίου (Χ.Θ. ~1+660), γίνεται διαπλάτυνση της διατομής σε πλάτος πυθμένα 14,0 μ. Από τη διασταύρωση των οδών Ελλησπόντου και Ιλισού αλλάζει η μορφή της δεξιάς παρόχθιας ζώνης, με την υψομετρική διαφορά μεταξύ της οδού Ιλισού και της γύρω περιοχής να μειώνεται μέχρις ότου μηδενιστεί. Αυτό συμβαίνει όμως γιατί τα κτίρια της παρόχθιας ζώνης έχουν οικοδομηθεί στη στάθμη της οδού Ιλισού, η οποία παραμένει περίπου 1,0 μ. υψηλότερα από τη στάθμη της υπόλοιπης περιοχής. Παρατηρείται επίσης μια ανισοσταθμία μεταξύ των δύο οχθών, με τη στάθμη της αριστερής όχθης να βρίσκεται κατά 1,5 μ. υψηλότερα αυτή της δεξιάς. Στη μέση της απόστασης μεταξύ των πεζογεφυρών των οδών Πλωμαρίου (Χ.Θ. ~1+660) και Αρτέμιδος (Χ.Θ. 1+380) πραγματοποιείται και δεύτερη διαπλάτυνση της διατομής σε πλάτος πυθμένα b. 22,00 μ. Η ανιστοσταθμία μεταξύ των δύο οχθών μειώνεται στην τάξη του 0,80 μ. Οι παρόχθιες ζώνες συνεχίζουν να βρίσκονται σε στάθμη υψηλότερη από την υπόλοιπη περιοχή κατά 1,5 έως 2,0 μ. Στο τμήμα μεταξύ της πεζογέφυρας της οδού Αρτέμιδος (Χ.Θ. 1+380) και της οδογέφυρας της οδού Μεταμορφώσεως (Χ.Θ. 0+840) τα γεωμετρικά στοιχεία της διατομής του αγωγού παραμένουν τα ίδια (πλάτος πυθμένα ~22,0 μ. ελεύθερο ύψος ~3,0 μ.), οι δε παρόχθιες ζώνες συνεχίζουν να βρίσκονται σε υψηλότερη στάθμη από την υπόλοιπη περιοχή. Στο τμήμα μεταξύ της οδογέφυρας της οδού Μεταμορφώσεως (Χ.Θ. 0+840) έως την πεζογέφυρα της οδού Λάμπρου Κατσώνη (Χ.Θ. 0+480) η διατομή του αγωγού δεν αλλάζει ως προς τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της. Οι στάθμες των οδών Π. Τσαλδάρη και Ιλισού συνεχίζουν να βρίσκονται περίπου στο ίδιο επίπεδο με τη στέψη του αγωγού (η στάθμη της οδού Ιλισού είναι κατά 0,60 μ. χαμηλότερη από τη στέψη). Παράλληλα διατηρείται η ανισοσταθμία μεταξύ των οδών αυτών και της υπόλοιπης περιοχής με τις στάθμες των παροχθίων οδών να βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο. Στο τμήμα μεταξύ των πεζογεφυρών των οδών Λάμπρου Κατσώνη (Χ.Θ. 0+480) και Φλέμιγκ (Χ.Θ. 0+240) η διατομή του αγωγού δεν μεταβάλλεται. Οι στάθμες των οδών Π. Τσαλδάρη και Ιλισού έχουν εξισωθεί με τη στάθμη της γύρω περιοχής. Η στάθμη στέψης του αγωγού παραμένει κατά 1,5 μ. υψηλότερα από τη γύρω περιοχή. Στο τελευταίο τμήμα μεταξύ της πεζογέφυρας της οδού Φλέμιγκ (Χ.Θ. 0+240) και της γέφυρας της Παλαιάς Λεωφόρου Ποσειδώνος η διατομή του αγωγού παραμένει αμετάβλητη μέχρι λίγο ανάντη της διασταύρωσης των οδών Ιλισού και Αγ. Κωνσταντίνου. Από εκείνο το σημείο και μετά έχουν καθαιρεθεί οι παλαιοί τοίχοι της διατομής και έχουν κατασκευαστεί νέοι από σκυρόδεμα, με στάθμη στέψης κατά 0,50 μ. χαμηλότερη από τους παλαιούς. Η διατομή συνεχίζει με πλάτος πυθμένα περί τα 22 μ. μέχρι τη διασταύρωση των οδών Αγ. Κωνσταντίνου και Ιλισού. Από εκεί και προς τα κατάντη ξεκινά η τρίτη διαπλάτυνση του αγωγού σε σχήμα χοάνης μέχρις ότου φθάσει το πλάτος τω 40 περίπου μέτρων, στο ύψος της γέφυρας της Παλαιάς Λεωφόρου Ποσειδώνος. Οι στάθμες των οδών Π. Τσαλδάρη και Ιλισού παραμένουν στο ίδιο επίπεδο με τη γύρω περιοχή και η στέψη του αγωγού κατά 1,0 έως 1,5 μ. υψηλότερα. Στην αριστερή όχθη στο ύψος της διασταύρωσης των οδών Αγ. Κωνσταντίνου και Ιλισού υπάρχει ράμπα καθόδου, η οποία φράσσεται με μεταλλική θύρα δύο φύλλων. Η γέφυρα της Παλαιάς Λεωφόρου Ποσειδώνος είναι μια πέτρινη κατασκευή, πέντε τοξοτών ανοιγμάτων πλάτους 7,20 μ. και μήκους 2,00 μ. περίπου. Η στάθμη του πυθμένα στο σημείο της γέφυρας βρίσκεται περίπου στο ± 0,0.Τριάντα περίπου μέτρα προς τα κατάντη βρίσκεται η γέφυρα της Νέας Λεωφόρου Ποσειδώνος, η οποία είναι κατασκευασμένη από σκυρόδεμα, ενός ανοίγματος με πλάτος όμως 25 μ. αρκετά μικρότερο από 40 μ. και ελεύθερο ύψος μεγαλύτερο των 2,00 μ. Η στάθμη πυθμένα στη νέα γέφυρα βρίσκεται περίπου στο ± 0,00 και η θάλασσα έχει εισχωρήσει μέχρι το σημείο αυτό. Κατάντη της νέας γέφυρας, ο Ιλισός συνεχίζει ανεπένδυτος πλέον, για κάποια μέτρα σε ευθυγραμμία και έπειτα σε καμπύλη προς τα δεξιά έως ότου εκβάλλει στο Φαληρικό Όρμο.
2.7 Η διοχετευτική ικανότητα του Ιλισού θεωρήθηκε ήδη από τη δεκαετία του 60 ανεπαρκής και είχε προταθεί από την ΥΔΡΕΞ η κατασκευή περιφερειακής τάφρου κατά μήκος των κλιτύων του Υμηττού με εκβολή στο ρ. Πικροδάφνης, που στη συνέχεια μελετήθηκε σε οριστικό στάδιο υπό της «ΥΔΡΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ Α.Ε.», αλλά δεν υλοποιήθηκε .Το 1985 στην Προμελέτη του Ρ.Πικροδάφνης, από την ΥΔΡΟΜΕΤ ΕΠΕ, έγινε
λεπτομερέστερη έρευνα της σκοπιμότητος κατασκευής της ΠΤ Υμηττού και δεν προέκυψε ουσιαστική απομείωση παροχών του Ιλισού δια της κατασκευής της.
2.8Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικές επεμβάσεις στην ανάντη λεκάνη του Ιλισού, όπως κατασκευή της Δυτικής Περιφερειακής Λ. Υμηττού, κατασκευή ανισόπεδων κόμβων στη Λ. Μεσογείων, Κατεχάκη και Κηφισίας, κατασκευή ΜΕΤΡΟ με προβλεπόμενους σταθμούς μετεπιβίβασης και στάθμευσης, συνεχείς επεκτάσεις στην δόμηση της Πολυτεχνειούπολης Ζωγράφου καθώς και κατασκευή ολυμπιακών εγκαταστάσεων στο Γουδί, όπου εκτελούνται έργα αποχέτευσης – αποστράγγισης του περιβάλλοντα χώρου καθώς και παρεμβάσεις στα δίκτυα αποχέτευσης ομβρίων.
Τ’ ανωτέρω έργα δυσμενοποιούν σημαντικά την κατάσταση στην λεκάνη απορροής του Ιλισού. Ήδη έχουν παρατηρηθεί, σε περιπτώσεις έντονων βροχοπτώσεων, φαινόμενα εκτίναξης καλυμμάτων φρεατίων του Ιλισού στην περιοχή του χώρου της ΕΡΤ (πλησίον Λ. Κατεχάκη), όπου ο αγωγός είναι επιφανειακός και αναγκαστικά έγινε σφράγιση των καλυμμάτων των φρεατίων.
2.9Στα πλαίσια της «Προμελέτης αποχέτευσης Ομβρίων και Ακαθάρτων Δήμου Παπάγου», ΕΥΔΑΠ, 2000, έγινε έλεγχος της διοχετευτικότητας των κατάντη αποδεκτών και βρέθηκαν να είναι ανεπαρκείς για την παραλαβή πλημμυρών ακόμη και για περίοδο επαναφοράς Τ = 10 έτη. Επίσης στα πλαίσια της ανωτέρω μελέτης προτάθηκε η σύνταξη υδραυλικού μαθηματικού ομοιώματος για το σύνολο της λεκάνης του Ιλισού μέχρι τη διασταύρωση των οδών Μιχαλακοπούλου και Βασ. Κωνσταντίνου, ώστε να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις από τις διευθετήσεις λόγω κατασκευής της Δ.Π.Λ.Υ., αλλά και να εκτιμηθεί η υδραυλική επάρκεια των των κυρίων αποδεκτών, δηλαδή του Ιλισού και των συμβαλλόντων του. Η ΕΥΔΑΠ έδωσε εντολή στους μελετητές να προχωρήσουν στην σύνταξη του υδραυλικού μαθηματικού ομοιώματος, με την σύμφωνη γνώμη της Δ/νσης Δ10, έκτοτε όμως λόγω της αλλαγής των αρμοδιοτήτων της ΕΥΔΑΠ, το θέμα παράμεινε σε εκκρεμότητα.
2.10Στην εγκεκριμένη «Μελέτη σκοπιμότητας εκτροπής Ιλισού στον Κηφισό», ΕΥΔΑΠ, 2000, ΜΕΛΕΤΗΤΗΣ: Κ. Ζέρης - Π. Αντωναρόπουλος & Συνεργάτες ΕΠΕ, έγινε προσπάθεια εκτίμησης της διοχετευτικής ικανότητας του Ιλισού στο καλυμμένο τμήμα και προσδιορίστηκε η δυσμενέστερη από άποψη διοχετευτικής ικανότητας περιοχή του Ιλισού. Αυτή είναι η περί το Παναθηναϊκό στάδιο περιοχή, όπου η συμβολή του Ηριδανού. Στο τμήμα αυτό η διοχετευτική ικανότητα, με εξάντληση όλων των περιθωρίων εκτιμήθηκε σε Q=220 μ3/δλ. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν και οι υδραυλικοί υπολογισμοί ανομοιόμορφης ροής που παρέχονται στη μελέτη Σ. Δάλλα (1969). Αν το τμήμα αυτό τεθεί υπό πίεση με την Π.Γ. να βρίσκεται κάτω ή στο όριο του φ. εδάφους η ικανότητα μπορεί να ανέλθει σε Q=270 μ3δλ.Στα πλαίσια των ολυμπιακών έργων στον Φαληρικό Όρμο από την ΕΥΔΕ / ΟΕ 2004 στην «Προμελέτη διευθέτησης Ιλισού και μερικής εκτροπής στον Κυκλοβόρο», (ΕΝΜ, 2002) από τον υδραυλικό έλεγχο διοχετευτικότητας που έγινε, υπολογίστηκε η μέγιστη διοχετευτικότητα του Ιλισού, ανάντη της εκτροπής που προτείνεται στην οδό Χαμοστέρνας, να είναι της τάξεως των 330 μ3/δλ.
3. Ιστορικό εκτροπής του Ιλισου στον Κηφισό.
Όπως ανεφέρθη και ανωτέρω ο Ιλισός προ του 20ου αιώνα δεν είχε ξεχωριστή εκβολή στο Φαληρικό Όρμο, αλλά συνέβαλε με τον Κηφισό στην περιοχή Χαροκόπου- Χαμοστέρνας. Το 1905 μελετήθηκε ξεχωριστή κοίτη και εκβολή του Ιλισού από τη Γέφυρα Χαροκόπου μέχρι το Φαληρικό Όρμο. Η χάραξη της ξεχωριστής αυτής κοίτης δεν ακολούθησε τα χαμηλά σημεία της λεκάνης αλλά τοποθετήθηκε σχεδόν στον υδροκρίτη, με αποτέλεσμα να είναι δυσχερείς οι εκβολές αγωγών ομβρίων των εκατέρωθεν περιοχών Μοσχάτου και Καλλιθέας.Το ζήτημα της εκτροπής του Ιλισού προς Κηφισό δια της Χαμοστέρνας - Κων/πόλεως ετέθη για πρώτη φορά από τον κ. Σ. Δάλλα μετά τη σύνταξη της Προμελέτης έργων διευθετήσεως των εκβολών Κηφισού και Ιλισού το 1968. Η ιδέα εκτροπής του Ιλισού δια της Χαμοστέρνας - Κωνσταντινουπόλεως προς Κηφισό που διατυπώθηκε τότε για πρώτη φορά από τον κ. Σ. Δάλλα, έγινε αποδεκτή από τον ΕΟΤ και στη συνέχεια συντάχθηκε για λογαριασμό του ΕΟΤ η Οριστική μελέτη εκτροπής Ιλισού προς Κηφισό, το 1973.
Τα κύρια επιχειρήματα για την υποστήριξη της πρότασης συνοψίζονται ως εξής :
Α) Η κατασκευή του έργου εκβολής που εθεωρείτο τότε ότι συντελεί στην κατάτμηση του όρμου, θα είχε σαν πιθανές συνέπειες την άνοδο της θερμοκρασίας και τη μεταβολή του μικροκλίματος και την εξασθένηση της κίνησης των ασθενών παράκτιων ρευμάτων που συντελούν στην αναγέννηση των υδάτων του όρμου.
Β) Ο Ιλισός, όπως και ο Κηφισός, δεν παροχετεύουν μόνο όμβρια ύδατα αλλά και πάσης φύσεως ρύπους, οι οποίοι τόσο κατά το θέρος όσο και σε ώρες χαμηλών παροχών, ρυπαίνουν την ανοικτή κοίτη και την εκβολή στον όρμο. Με την εκτροπή του Ιλισού και διοχέτευση προς Κηφισό των απορροών της υψηλής ζώνης Μ-Κ και την κατασκευή των παραλιακών συλλεκτήρων θα αποφεύγεται η ρύπανση του Ιλισού.
Γ) Λόγω της δραστικής απομείωσης της παροχής κατάντη της εκτροπής σε σχέση με την μεγάλη παροχετευτικότητα της υφιστάμενης κοίτης, θα ήταν δυνατή η ταπείνωση της στέψης των οχθών σε υψόμετρα χαμηλότερα της πέριξ περιοχής και ως εκ τούτου θα ήταν δυνατή η λειτουργία της κοίτης ως αντιπλημμυρικού έργου, αφού θα είχε την δυνατότητα να συλλέγει τις επιφανειακές απορροές.
Έκτοτε η μεν εκτροπή του Ιλισού δια της Χαμοστέρνας παρέμεινε σε εκκρεμότητα, οι δε κύριοι αποχετευτικοί αγωγοί της περιοχής Μοσχάτου-Καλλιθέας δεν ολοκληρώθηκαν όπως προεβλέπετο.
Η εκτροπή του Ιλισού έχει ολικό μήκος 3.141 μ. Κατά τα πρώτα 1.241 μ. (Χ.Θ. 3+141 έως 1+900) διατρέχει την οδό Χαμοστέρνας - Π. Τσαλδάρη, κατά δε τα υπόλοιπα 1.900 μ. την οδό Κων/πόλεως. Στη Χ.Θ. 1+900 συμβάλλει η κοίτη εκτροπής του Κυκλοβόρου, στη δε Χ.Θ. 0+266 το ρέμα του Π. Δανιήλ.
Το έργο εκτροπής του Ιλισού στις προβλεπόμενες διαστάσεις (με πλάτη που κυμαίνονται από 11 έως και 30 μέτρα) για ικανότητα Q=270 μ3/δλ είχε σαν σπουδαιότερα τεχνικά έργα :
δύο αναβαθμούς με λεκάνες ηρεμίας εντός της κλειστής διατομής
τη διασταύρωση με τις γραμμές ΗΣΑΠ στην οδό Θεσ/νίκης
τη διάβαση από τη Χαμοστέρνας στη Λ. Κων/πόλεως στο ύψος της οδού Πειραιώς όπου σήμερα υπάρχει ένα Κέντρο Νεότητας και Κρατικός Παιδικός Σταθμός.
Το έργο αυτό μελετήθηκε σε φυσικό υδραυλικό ομοίωμα. Σήμερα βέβαια έχουν αλλάξει κατά πολύ οι συνθήκες. Η Χαμοστέρνας με τη σύνδεσή της με την Καλλιρρόης και την Κων/πόλεως - Π. Ράλλη και την κατασκευή των ανισόπεδων κόμβων ΕΗΣ και οδού Πειραιώς έχει μετατραπεί σε οδικό άξονα βαρέως οδικού φορτίου και πράγματι αν κατασκευάζονταν σήμερα το τμήμα Χαμοστέρνας στις προβλεπόμενες διαστάσεις του 1973 θα απαιτούσε πολύ μεγάλο κόστος και θα προξενούσε τεράστια κυκλοφοριακά προβλήματα που θα είχαν αντίκτυπο στη ζωή όλης της πόλεως.
Η σκοπιμότητα μερικής εκτροπής του Ιλισού έχει διερευνηθεί πρόσφατα στη μελέτη «Μελέτη Σκοπιμότητας Εκτροπής Ιλισού στον Κηφισό» (Μελετητής Κ. Ζέρης – Π. Αντωναρόπουλος και Συνεργάτες Ε.Π.Ε., Ιανουάριος 2000), η οποία έχει εγκριθεί από την Ε.ΥΔ.Α.Π.
Στο πλαίσιο των ολυμπιακών έργων στον Φαληρικό Όρμο από την ΕΥΔΕ / ΟΕ 2004 ετέθη εκ νέου το θέμα της εκτροπής του Ιλισού και εκπονήθηκε «Προμελέτη διευθέτησης Ιλισού και μερικής εκτροπής στον Κυκλοβόρο», (ΕΝΜ, 2002). Βασική αναγκαιότητα της μερικής εκτροπής του Ιλισού είναι η αποφόρτισή του στον Κηφισό μέσω του Κυκλοβόρου ώστε να διοχετεύονται εκ του ασφαλούς οι ρύποι σε ένα σημείο στο Φαληρικό Όρμο και μάλιστα στην ισοβαθή -10,00.Έτσι, λόγω της μείωσης της παροχής που διοχετεύεται στον Κηφισό μέσω του Συλλεκτήρα ομβρίων υψηλών περιοχών Μοσχάτου – Καλλιθέας ,στην εν λόγω μελέτη προτείνεται εκτροπή των πρώτων 50 μ3/δλ μέχρι 100 μ3/δλ το μέγιστο, αντί της μέγιστης των 50 μ3/δλ που προβλέπει η μελέτη σκοπιμότητας Κ. Ζέρη - Π. Αντωναρόπουλου. Επισημαίνεται ότι η διοχετευτική ικανότητα του συστήματος (Κηφισός-Ιλισός) των 1.400+270=1.670 μ3/δλ διατηρείται, χωρίς να μειώνονται τα περιθώρια ασφάλειας στον Κηφισό, δεδομένου ότι στην παροχή των 1.400 μ3/δλ του Κηφισού, έχει ληφθεί υπόψη η συμβολή των 440 μ3/δλ της εκτροπής Κυκλοβόρου κλπ.
Ο Αγωγός μερικής εκτροπής Ιλισού που προτείνεται στην ανωτέρω μελέτη, συνολικού μήκους 1.181 μ. σχεδιάστηκε για μέγιστη παροχή έως 100 μ3/δλ, αρχίζει από το έργο μερισμού παροχής Ιλισού (Χ.Θ. 1+181) κατάντη της υφιστάμενης καλυμμένης κοίτης του Ιλισού στην οδό Καλλιρρόης (Χ.Θ. Ιλισού 3+323,75) και ακολουθεί χάραξη με εσωτερικές
διαστάσεις 5.50x3.00 για 190 μ. περίπου και αφού διασχίσει την γέφυρα ΗΣΑΠ στην οδό Θεσσαλονίκης συνεχίζει επί της οδού Χαμοστέρνας (νότιος κλάδος) για μήκος 1013 μ. περίπου και εσωτερικές διαστάσεις 5.50x3.50 μέχρι την Ανατολική Κωνσταντινουπόλεως και την συμβολή του με τον αγωγό εκτροπής Κυκλοβόρου.
Για την μερική εκτροπή της υφιστάμενης καλυμμένης κοίτης του Ιλισού στην οδό Καλλιρρόης προβλέπεται έργο μερικής εκτροπής για παροχή έως 100 μ3/δλ, το οποίο λειτουργεί με βάση τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του (κρίθηκε επισφαλής η χρήση άλλων διατάξεων με ηλεκτρική ενέργεια, ιδιαίτερα σε περίοδο πλημμυρών). Η χάραξη του αγωγού μερικής εκτροπής Ιλισού προτείνεται τέτοια ώστε να επηρεάζεται μόνο η κυκλοφοριακή λειτουργία του νότιου κλάδου της Οδού Χαμοστέρνας.
3. Προτάσεις για τον Κηφισό
3.1 Όπως φάνηκε και απ’ όσα προαναφέρθηκαν στο ιστορικό, ο σχεδιασμός της αναδιευθέτησης του Κηφισού, έγινε αφ’ενός αποσπασματικά και αφ’ ετέρου ως έργου απαραίτητου για την κατασκευή έργων οδοποιίας. Αυτό, σε συνδυασμό με την διαχρονική ανάγκη κατασκευής των έργων, είχε σαν αποτέλεσμα οι μελέτες να μην έχουν αντιμετωπίσει ως ένα ενιαίο σύνολο την λεκάνη απορροής του Κηφισού, οι περισσότερες δε έχουν συνταχθεί με παλαιότερες υδρολογικές μεθόδους (ορθολογική μέθοδος-ισόχρονες καμπύλες) αφού η εκπόνησή τους χρονολογείται εδώ και μερικές δεκαετίες. Θα ήταν σκόπιμο, κατά την άποψή μου, να γίνει έλεγχος της παροχετευτικότητος του υφιστάμενου διευθετημένου τμήματος του Κηφισού με την χρήση σύγχρονων υδρολογικών μεθόδων και μοντέλων υπολογισμού, αφού όμως πρώτα ληφθούν τα πραγματικά γεωμετρικά στοιχεία της διευθετημένης κοίτης και γίνει εκτίμηση των απαραίτητων υδρογραφημάτων (με τα όσα διατιθέμενα στοιχεία προκειμένου να καλυφθεί η έλλειψη υδρογραφημάτων πλημμύρας που θα είχαν προκύψει από μετρήσεις).Με τον τρόπο αυτό, θα καταδειχθούν οι περιοχές υψηλού κινδύνου – εάν βεβαίως αποδειχθεί ότι υπάρχουν .
3.2 Ένα άλλο θέμα ,το οποίο έχει απασχολήσει έντονα ,ειδικούς και μη, είναι το για ποιά περίοδο επαναφοράς βροχόπτωσης επαρκεί σήμερα η διευθετημένη κοίτη του Κηφισού. Έχει διατυπωθεί η άποψη, ότι η διευθετημένη κοίτη ,λόγω μεταβολής επί το δυσμενέστερο των συνθηκών απορροής από τον χρόνο που διέρρευσε από την σύνταξη των μελετών μέχρι την κατασκευή των έργων, δεν επαρκεί για να καλύψει την περίφημη «πεντηκονταετία» (νοούμενης ως περίοδος επαναφοράς βροχόπτωσης).Είναι αλήθεια ότι κατά την εποχή της εκπόνησης της φάσης της μελέτης όπου προσδιορίσθηκαν οι παροχές υπολογισμού,(δεκαετία του ’70),οι εκτιμήσεις είχαν γίνει για να καλύπτουν περίοδο επαναφοράς βροχόπτωσης 50 έτη με κανονικά περιθώρια ασφαλείας στην διεθετημένη κοίτη. Είναι επίσης αλήθεια, ότι η απρόσμενη και εν πολλοίς άναρχη επέκταση της πόλης, με την αύξηση των αδιαπέρατων επιφανειών και την σύντμηση των χρόνων διαδρομής των πλημμυρικών υδάτων, οδήγησε στην εύλογη ανησυχία ότι οι παροχές για τις οποίες μελετήθηκαν και κατασκευάσθηκαν τα έργα του Κηφισού, καλύπτουν μικρότερη περίοδο. Σ’ αυτό επίσης συνετέλεσε και η κατασκευή σημαντικών οδικών έργων καθώς και η ανεξέλεγκτη κατασκευή (μικρού ευτυχώς αριθμού) τοπικών δικτύων ομβρίων υδάτων. Δεν είναι βέβαια εύκολο, χωρίς την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση ,να υποστηριχθεί ούτε ο «αφορισμός» της ανεπάρκειας, αλλά ούτε και η βεβαιότητα της επάρκειας. Προκειμένου να υπάρξει μία υπεύθυνη απάντηση στο θέμα θα ήταν ,κατά την άποψη μου, απαραίτητη μία εμπεριστατωμένη επιστημονική ανάλυση με συνολική θεώρηση της λεκάνης απορροής, σύγχρονες υδρολογικές μεθόδους και ρεαλιστικές παραδοχές των παραμέτρων υπολογισμού. Επίσης θα πρέπει να γίνει επαναπροσδιορισμός βασικών εννοιών για την περίπτωση του Κηφισού. Για παράδειγμα, είναι δυνατόν να δεχόμαστε σήμερα την έννοια «πεντηκονταετία» ως περίοδο επαναφοράς βροχόπτωσης για την οποία θα πρέπει να επαρκεί η διευθετημένη κοίτη ,όταν αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη ομοιόμορφης βροχόπτωσης αυτής της έντασης στο σύνολο της λεκάνης του Κηφισού ταυτόχρονα?
Έχω την άποψη ότι και μόνο αυτό το γεγονός για μία λεκάνη απορροής εκτάσεως 380 km2 ενέχει πολύ μεγαλύτερη περίοδο επαναφοράς. Άλλωστε, όλες οι καταιγίδες στην Αττική έχουν ομοιόμορφα χαρακτηριστικά σε πιο περιορισμένη έκταση και έχουν μάλλον τοπικό
χαρακτήρα, που εκφράζεται σε κάποιες δεκάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα. Οι σύγχρονες υδρολογικές και υπολογιστικές μέθοδοι μπορούν να προσομοιώσουν και να προσεγγίσουν πολύ καλύτερα την πραγματικότητα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν, μεταξύ άλλων, την μετακίνηση της καταιγίδας, την ανάσχεση που δημιουργείται λόγω «αποθήκευσης» στον αγωγό και πολλές άλλες πραγματικές συνθήκες ,οι οποίες κατά τούς παλαιότερους υπολογισμούς απουσίαζαν πλήρως χάριν απλουστεύσεως των μαθηματικών προβλημάτων, αφού η έλλειψη υπολογιστών θα καθιστούσε τις επιλύσεις αδύνατες. Με τον τρόπο αυτό ,θα μπορούσε υπεύθυνα να δοθεί μια απάντηση περί της επάρκειας της διευθετημένης κοίτης του Κηφισού, όχι πια για περίοδο επαναφοράς βροχόπτωσης, αλλά για περίοδο επανεμφανίσεως παροχής στην υπό εξέταση διατομή. Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί, ότι η ανωτέρω ανάλυση θα ήταν ακριβέστερη, εάν υπήρχαν μετρήσεις της παροχής του Κηφισού και θα ήταν σκόπιμο να επανενεργοποιηθούν και να πυκνώσουν οι σταθμοί μέτρησης παροχής στον Κηφισό ,σε συνδυασμό μάλιστα με εγκατάσταση βροχομετρικών σταθμών σε επιλεγμένα σημεία.
Κατά την άποψή μου, οι δύο προαναφερθέντες έλεγχοι παροχετευτικότητος της υφιστάμενης διατομής και περιόδου επαναφοράς θα πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα, προκειμένου στην συνέχεια να ληφθούν αποφάσεις περί της αναγκαιότητος κατασκευής δαπανηρότατων ανακουφιστικών έργων ,όπως για παράδειγμα εκτροπές βασικών συμβαλλόντων ρεμάτων κλπ. Επίσης, θα πρέπει να εξετασθεί η δυνατότητα κατασκευής έργων ανάσχεσης – επιβράδυνσης παροχής στην ορεινή λεκάνη του Κηφισού και φυσικά η αποτελεσματικότητα των έργων αυτών στην μείωση των αιχμών παροχής, αφού η κατασκευή τους παρουσιάζει και προβλήματα απαλλοτριώσεων, περιβαλλοντικών επιπτώσεων και κυρίως συντήρησης.
Ένα θέμα που επίσης έχει απασχολήσει ειδικούς και μη, είναι το κατά πόσον η κάλυψη του Κηφισού ήταν ορθή επιλογή ή όχι. Επιτρέψτε μου να διατυπώσω την άποψη ότι η κάλυψη ή μη του Κηφισού στην περιοχή της αστικής διαδρομής αυτού δεν είναι θέμα υδραυλικό. Για τις παροχές υπολογισμού, η στάθμη του νερού βρίσκεται όχι μόνο χαμηλότερα από την οροφή της κάλυψης, αλλά χαμηλότερα και από την στάθμη του περιβάλλοντος εδάφους, ώστε να είναι εξασφαλισμένη η απρόσκοπτη εισροή των συμβαλλόντων ρεμάτων καθώς και των τοπικών δικτύων. Άρα από υδραυλική άποψη, θα ήταν σκόπιμο να έμενε ακάλυπτος ο Κηφισός μόνο εάν υπήρχε η δυνατότητα να εισρέουν σ’ αυτόν τα επιφανειακώς ρέοντα πλημμυρικά νερά. Αυτό όμως θα είχε ως απαραίτητη προϋπόθεση την ταπείνωση της ερυθράς των παρακηφισίων λεωφόρων, πράγμα το οποίο υπό τις ήδη διαμορφωθείσες συνθήκες των βασικών οδικών έργων, μάλλον θα πρέπει ν’ αποκλεισθεί. Επομένως , η κάλυψη του Κηφισού δεν δυσμενοποιεί την αντιπλημμυρική προστασία της Πρωτεύουσας ,αφού πριν τα πλημμυρικά νερά φθάσουν στην οροφή του Κηφισού, θα έχουν κατακλυσθεί ευρείες περιοχές εκατέρωθεν αυτού. Αντιθέτως, είναι επιβεβλημένη η διατήρηση του Κηφισού ως ανοικτού ρέματος στην μη αστική περιοχή, όπου εκεί πλέον λειτουργεί ως αποδέκτης των επιφανεακών πλημμυρικών νερών και όπου χρειάζεται επέμβαση οποιασδήποτε αιτιολογίας, είτε λόγω ανεπάρκειας κοίτης, είτε γιά σταθεροποίηση πρανών κλπ, αυτή να γίνεται κυρίως με τα κριτήρια της περιβαλλοντικής διευθέτησης.
Το τελευταίο θέμα το οποίο κατά την άποψή μου είναι ιδιαίτερα σημαντικό, είναι η συντήρηση του Κηφισού. Γενικά η έννοια της συντήρησης των Δημόσιων Τεχνικών Εργων στην Ελλάδα, κατά την άποψή μου , δεν ευρίσκεται στο επίπεδο που θα έπρεπε. Δαπανηρότατες επενδύσεις αφήνονται στην τύχη τους και τις περισσότερες φορές , οι όποιες επεμβάσεις γίνονται όταν πια τα φαινόμενα της φθοράς αποκτήσουν χαρακτήρα επικινδυνότητας. Τα έργα στον Κηφισό, θα πρέπει να επιθεωρούνται βάσει προγράμματος και οι φθορές που επισημαίνονται ν’αποκαθίστανται άμεσα. Οι εργασίες επιθεώρησης και αποκατάστασης στην κλειστή διατομή του Κηφισού, δεν είναι και ότι απλούστερο, αφού υπάρχει μεγάλη δυσχέρεια πρόσβασης προσωπικού και μηχανημάτων και ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες εργασίας σε περιβάλλον χωρίς αερισμό και φωτισμό και με μόνιμη παρουσία νερού. Παρ’ όλα αυτά, το θέμα της συντήρησης θα πρέπει ν’ αντιμετωπισθεί με την δέουσα σοβαρότητα , προκειμένου το δαπανηρότατο αυτό έργο να «επιζήσει» στο μέγιστο του χρόνου ζωής του και να επιτελεί με αποτελεσματικότητα τον σκοπό γιά τον οποίο κατασκευάσθηκε.
4. Προτάσεις για τον Ιλισό
Θα πρέπει να ελεγχθεί η ήδη περιορισμένη διοχετευτική ικανότητα του Ιλισού και των συμβαλλόντων του, στο κλειστό τμήμα από την οδό Φανερωμένης στο Χολαργό μέχρι την οδό Χαμοστέρνας, βάσει υδραυλικού μαθηματικού ομοιώματος, σε συνδυασμό με την διενέργεια επί τόπου μετρήσεων, ώστε να υπάρξει ορθή εκτίμηση των επιπτώσεων κατασκευής της Δ.Π.Λ.Υ., να γίνει αξιολόγηση των επιπτώσεων από την κατασκευή έργων ανάσχεσης στα ανάντη και να διερευνηθεί η δυνατότητα παρεμβάσεων με ανακουφιστικούς αγωγούς και με ανάπτυξη δικτύων αποχέτευσης ομβρίων.
Θα πρέπει να προχωρήσει η μερική εκτροπή του Ιλισού στον Κηφισό σε συνδυασμό και με την ταπείνωση της στέψης των οχθών του σε υψόμετρα χαμηλότερα της πέριξ περιοχής (όπου αυτό είναι δυνατόν), ώστε να είναι δυνατή η λειτουργία της κοίτης ως αντιπλημμυρικού έργου, αφού έτσι θα είχε την δυνατότητα να συλλέγει τις επιφανειακές απορροές.
Ισχύει και για τον Ιλισό η ανάγκη συχνής επιθεώρησης και συντήρησης – αποκατάστασης των φθορών που θα διαπιστωθούν.
ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΡΓΩΝ
ΗΜΕΡΙΔΑ
«Αντιπλημμυρική προστασία Αττικής»
Αντιπλημμυρική προστασία λεκανοπεδίου Αθήνας (Κηφισός – Ιλισός)
Εισηγητής : Ν.Μαλατέστας
Αθήνα 2 Νοεμβρίου 2004
ΗΜΕΡΙΔΑ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΑΘΗΝΑΣ
ΚΗΦΙΣΟΣ – ΙΛΙΣΟΣ
Β’ Τμήμα Εισήγησης
Εισηγητής: Ν. Μαλατέστας
1. Γενική θεώρηση του ζητήματος της αντιπλημμυρικής προστασίας Ως αντιπλημμυρική προστασία μιας λεκάνης εννοείται το σύνολο των κατασκευαστικών και διαχειριστικών παρεμβάσεων, που, με αξιολόγηση και ιεράρχηση των προτεραιοτήτων σύμφωνα με κριτήρια οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά, αποσκοπούν στη σταδιακή μείωση σε αποδεκτά όρια των κινδύνων και των συνεπειών από την εκδήλωση πλημμυρικών φαινομένων. Η αντιπλημμυρική προστασία είναι επομένως μια σύνθετη δραστηριότητα, που προϋποθέτει την ύπαρξη μιας πολιτικής που θα εκφράσει τη βούληση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, θα καθορίσει τις προτεραιότητες και τα κριτήρια και θα συντονίσει τις διαδικασίες χρηματοδότησης, μελέτης, κατασκευής και διαχείρισης των έργων, αλλά εστιάζεται κυρίως σε μια τεχνική διαδικασία με επί μέρους πτυχές και στάδια υλοποίησης.
Σε μια ιδανική κατάσταση η τεχνική αυτή διαδικασία περιλαμβάνει σε ένα πρώτο στάδιο τη δημιουργία ενός master plan της εξεταζόμενης λεκάνης. Στηριζόμενο σε σύγχρονα εργαλεία υδρολογικής και υδραυλικής ανάλυσης, στη γεωμετρία και άλλα φυσικά χαρακτηριστικά του διαμορφωμένου υδρογραφικού δικτύου αλλά και στα χαρακτηριστικά από πλευράς συνθηκών απορροής στοιχεία των επί μέρους τμημάτων της λεκάνης, το master plan θα εντοπίσει τα προβληματικά σημεία του συστήματος απορροής, θα ιεραρχήσει τις επεμβάσεις με τα προαναφερόμενα κριτήρια ποσοτικοποιώντας τις προτάσεις, θα προτείνει διαχειριστικά μέτρα, όπου κρίνεται αναγκαίο, και θα καταλήξει σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο και χρονοδιάγραμμα έργων, λαμβάνοντας υπ’ όψη και τα υφιστάμενα οικονομικά δεδομένα.
2. Το σύστημα Κηφισού - Στοιχεία λεκάνης και κύριων κλάδων Η λεκάνη απορροής του Κηφισού καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του Αθηναϊκού Λεκανοπεδίου. Ο υδροκρίτης της αναπτύσσεται κατά μήκος των κορυφογραμμών του Αιγάλεω, της Πάρνηθας, της Πεντέλης, εν μέρει του Υμηττού, καθώς και των λόφων της Αθήνας (Λυκαβηττού, Ακρόπολης κλπ). Η συνολική επιφάνεια της λεκάνης ανέρχεται σε 371 km2. Από αυτήν ένα ποσοστό άνω του 60% είναι εκτάσεις που έχουν υποστεί
μικρότερης ή μεγαλύτερης πυκνότητας αστικοποίηση και μόνον το 40% καλύπτει φυσικές λεκάνες.
Ο κύριος κλάδος του Κηφισού, ο οποίος έχει μια γενική κατεύθυνση από βορρά προς νότο, εκτείνεται επί ενός συνολικού μήκους 21,5 km περίπου, από το σημείο εκβολής του στη θάλασσα μέχρι το ανάντη όριο της κοίτης του, η οποία διαμορφώνεται στη συμβολή των ρεμάτων Φασίδερι και Χελιδονούς. Η μέση κατά μήκος κλίση του ανέρχεται σε περίπου 1%.
Στην πορεία του ο Κηφισός είναι αποδέκτης της παροχής ενός σημαντικού αριθμού συμβαλλόντων κλάδων. Τα κυριότερα συμβάλλοντα ρέματα είναι από μεν τη δυτική πλευρά το ρέμα Νίκαιας (Καναπιτσερή), το ρέμα Χαϊδαρίου, το ρέμα Μάσχα, τα ρέματα Μιχελή και Λιοσίων (γνωστό κατά τμήματα και ως ρέμα Φλέβας ή ρέμα Εσχατιάς) με κοινό έργο συμβολής στον Κηφισό, το ρέμα Αχαρνών και το ρέμα Βαρυμπόμπης, από δε την ανατολική πλευρά το ρέμα Προφήτη Δανιήλ, ο Ποδονίφτης και η Πύρνα. Ορισμένα εξ αυτών, όπως το ρέμα Λιοσίων και ο Ποδονίφτης αποχετεύουν σημαντικού μεγέθους υπολεκάνες και έχουν επίσης σημαντικούς συμβάλλοντες κλάδους, όπως το ρέμα Αμαρουσίου, το ρέμα Χαλανδρίου, το ρέμα Φυλής, το ρέμα Ευπυρίδων και άλλα. Αξιόλογα ρέματα συμβάλλουν επίσης στα ανάντη της κοίτης του Κηφισού τμήματα των ρεμάτων Φασίδερι και Χελιδονούς.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ανθρώπινες επεμβάσεις τείνουν να μεταβάλουν τα όρια της φυσικής λεκάνης απορροής του Κηφισού, είτε με την εκτροπή υδάτων άλλων λεκανών προς αυτήν (π.χ. μερική εκτροπή Ιλισού, συλλεκτήρας υψηλής περιοχής Μοσχάτου, Καλλιθέας, Ν. Σμύρνης), είτε με την εκτροπή υδάτων της λεκάνης του προς άλλες (π.χ. Άνω Ρούς Ποδονίφτη).
Η λεκάνη απορροής του Ιλισού από την άλλη πλευρά, η οποία αναπτύσσεται στο ΝΑ τμήμα του Λεκανοπεδίου, εκτείνεται σε μια επιφάνεια 48,50 km2. Από την επιφάνεια αυτή έχει υποστεί αστικοποίηση ένα ποσοστό άνω του 60%.
Ο κύριος κλάδος του Ιλισού έχει γενική κατεύθυνση από ΒΑ προς ΝΔ. Το μήκος του αναπτύγματός του μέχρι την περιοχή του Χολαργού είναι 12 km και η μέση κατά μήκος κλίση του 1,7%.
Ο Ιλισός είναι επίσης αποδέκτης της παροχής πληθώρας συμβαλλόντων σε αυτόν κλάδων. Οι κλάδοι αυτοί έχουν τη μορφή κλειστών αγωγών διαφόρων διατομών, που είτε αποχετεύουν αστικές αποκλειστικά λεκάνες, είτε αποτελούν τους αποδέκτες ρεμάτων που πηγάζουν κυρίως από την πλευρά του Υμηττού. Τα σημαντικότερα από τα ρέματα αυτά είναι το ρέμα Αγ. Ιωάννου Θεολόγου, το ρέμα Αστερίου, το ρέμα Ζωγράφου και φυσικά ο Ηριδανός.
3. Αντιπλημμυρικό Έργο Κηφισού Το σημαντικότερο αντιπλημμυρικό έργο που έγινε στο λεκανοπέδιο τα τελευταία χρόνια είναι η αναδιευθέτηση του Κηφισού στο τμήμα μεταξύ των Χ.Θ. 0+200 και 3+060, τμήμα στο οποίο μέχρι το 2002 περέμενε η στενή τραπεζοειδής διατομή της παλαιότερης διευθέτησης μεταξύ των ήδη αναδιευθετημένων τμημάτων στα ανάντη και κατάντη. Το τμήμα αυτό είχε χαμηλή παροχετευτική ικανότητα (από 400 – 600 m3/sec κατά θέσεις) που περιοριζόταν ακόμα περισσότερο στις θέσεις ορισμένων γεφυρών, όπως ήταν των ΗΣΑΠ, της οδού Πειραιώς του Ρέντη και του ΟΣΕ. Με τα δεδομένα αυτά και με τη συνεχή αστικοποίηση της λεκάνης από τη μια πλευρά και την ανάπτυξη δικτύων ομβρίων από την άλλη, το συγκεκριμένο τμήμα αποτελούσε ασθενές σημείο του αντιπλημμυρικού συστήματος του Λεκανοπεδίου. Με τα προς κατασκευή έργα αναδιευθέτησης η παροχετευτική ικανότητα θα έφθανε τα 1400 m3/sec, μειούμενη στα ανάντη των συμβολών των ρ. Προφήτη Δανιήλ και Νίκαιας σε 1100 και 1000 m3/sec αντιστοίχως. Το αντιπλημμυρικό έργο ήταν συνδυασμένο με το ολυμπιακό έργο κατασκευής της λεωφόρου Κηφισού και εκτελέσθηκε με τρεις ανεξάρτητες εργολαβίες.
Το αντικείμενο του υδραυλικού έργου περιέλαβε τη διαμόρφωση ορθογωνικής διατομής με διεύρυνση της κοίτης μέχρι μεγίστου πλάτους 30,60 m, την εκβάθυνση αυτής μέχρι και 4 m, την κατασκευή κοιτόστρωσης από πλάκα έγχυτου σκυροδέματος εδραζόμενη σε στρώσεις εξυγίανσης και αποστράγγισης και την κατασκευή πλευρικών πετασμάτων για την επένδυση των πασσαλοστοιχιών αντιστήριξης των εκατέρωθεν της κοίτης οχθών. Η διεύρυνση και εκβάθυνση της παλαιάς κοίτης έγινε εφικτή χάρις στην κατασκευή πασσαλοστοιχιών σε όλο το μήκος του έργου. Κατά ένα μεγάλο ποσοστό οι πασσαλοστοιχίες εξυπηρέτησαν και την έδραση του οδικού έργου. Στο αντικείμενο του έργου ήταν και η διαμόρφωση των συμβολών όλων των υπαρχόντων ή μελλοντικών κλάδων που καταλήγουν στο συγκεκριμένο τμήμα του ποταμού (συλλεκτήρων Ρέντη και Ελευθερίας, ρεμάτων Προφήτη Δανιήλ και Νίκαιας και άλλων μικρότερων).
Η κατασκευή του έργου έγινε με μερική τροποποίηση της αρχικής μελέτης δημοπράτησης αυτού. Η τροποποίηση κατέστη αναγκαία λόγω των γνωστών προβλημάτων που δημιούργησαν οι πλημμύρες του καλοκαιριού του 2002 και της συνεπαγόμενης αδυναμίας εκτέλεσης εργασιών εντός της κοίτης σε εν ξηρώ συνθήκες. Τα βασικά στοιχεία της μελέτης που τροποποιήθηκαν ήταν τα ακόλουθα:
• Καταργήθηκε το μεσόβαθρο που επρόκειτο να κατασκευασθεί ως επέκταση προς τα ανάντη του υφισταμένου μεσοβάθρου επί μήκους 1350 m περίπου. • Για την κατασκευή της κοιτόστρωσης στο κατάντη τμήμα του έργου χρησιμοποιήθηκε ύφαλο έγχυτο σκυρόδεμα αντί προκατασκευασμένων κυβολίθων.
• Για την κατασκευή των πλευρικών πετασμάτων στο κατάντη τμήμα του έργου χρησιμοποιήθηκαν προκατασκευασμένα πανέλα τοποθετούμενα στην τελική τους θέση με τη βοήθεια οδηγών, αντί των εγχύτων πετασμάτων.
Η τροποποίηση των στοιχείων του έργου αλλά και των μεθόδων κατασκευής του οδήγησε στην ανάγκη αναθεώρησης μέρους του υδραυλικού σχεδιασμού αυτού. Ως αποτέλεσμα της αναθεώρησης αυτής έγιναν υπερυψώσεις των νέων γεφυρών σε σχέση με τις προβλέψεις των μελετών δημοπράτησης, καθώς και των αντιπλημμυρικών στηθαίων σε όλο το μήκος του έργου κατάντη της οδού Πειραιώς. Το υδραυλικό έργο έχει κατά ένα μεγάλο ποσοστό ολοκληρωθεί, υπάρχουν όμως σημαντικές εκκρεμότητες, ιδιαίτερα στο κατάντη τμήμα που είναι και το δυσχερέστερο κατασκευαστικά. Οι εκκρεμότητες αφορούν κατά βάση την κατασκευή της κοιτόστρωσης και των πλευρικών πετασμάτων στο τμήμα αυτό. Οι εργασίες διεύρυνσης και εκβάθυνσης έχουν ολοκληρωθεί.
Για την εκτίμηση της κλίμακας του υδραυλικού έργου αρκεί να αναφερθεί ότι περιλαμβάνει την εκτέλεση εκσκαφών όγκου 575.000 m3, κοιτοστρώσεων 95.000 m3 σκυροδέματος και πετασμάτων σε επιφάνεια 30.000 m2 .
4. Μελλοντικά έργα λεκανών Κηφισού - Ιλισού Όπως θα φανεί στη συνέχεια, στο κεφάλαιο των προτάσεών μας, υπάρχει ένα μείζον ζήτημα που αφορά στον καθορισμό των προτεραιοτήτων και των κριτηρίων σχεδιασμού των έργων που συγκροτούν ένα σύστημα αντιπλημμυρικής προστασίας. Πέρα από αυτό όμως υπάρχει ένας αριθμός μελετημένων ή υπό μελέτη έργων με ιδιαίτερη σημασία, τα οποία πρέπει να προωθηθούν ανεξάρτητα από την πορεία του γενικότερου ζητήματος. Αναφέρουμε συνοπτικά τα έργα, τα οποία θα πρέπει κατά την άποψή μας να ολοκληρωθούν με ένα ορίζοντα τριετίας μέχρι πενταετίας. Τα πλέον επείγοντα από αυτά είναι τα ακόλουθα:
• Η ολοκλήρωση των έργων της αναδιευθέτησης του Κηφισού στο εναπομένον τμήμα ανάντη της Χ.Θ. 0+200 και μέχρι το ύψος της γέφυρας της οδού Πειραιώς. Τα εναπομένοντα έργα είναι ένα σημαντικό τμήμα της τελικής κοιτόστρωσης και ένα πολύ μεγάλο μέρος των πλευρικών πετασμάτων στην περιοχή αυτή. Πρέπει βεβαίως να αναφερθεί ότι παρά τις εκκρεμότητες αυτές και τη διατήρηση πασσαλοσανίδων σε τμήμα του έργου, η σημερινή κοίτη έχει μια παροχετευτική ικανότητα σαφώς μεγαλύτερη σε σχέση με αυτήν της αρχικής. • Η επέμβαση στο τμήμα του Κηφισού μεταξύ Τριών Γεφυρών και Κόκκινου Μύλου. Στο τμήμα αυτό, όπου διατηρείται η παλαιά τραπεζοειδής διατομή, υπάρχουν σοβαρά
προβλήματα διάβρωσης της υπάρχουσας κοιτόστρωσης και δευτερογενώς και των πρανών σε ορισμένα σημεία. Είναι αναγκαία και επείγουσα η εκτέλεση έργων για τη συντήρηση της σημερινής κοίτης, ώστε να ανταποκριθεί μέχρι το χρόνο κατασκευής των έργων αναδιευθέτησης αυτής, σύμφωνα με τις προτάσεις της μελέτης που έχει συνταχθεί για το εν λόγω τμήμα, αλλά είναι σε αναστολή. • Η ολοκλήρωση του Συλλεκτήρα Ν. Σμύρνης, Καλλιθέας και Υψηλής Περιοχής Μοσχάτου. Απομένει η κατασκευή του καταληκτικού τμήματός του επί της οδού Ελευθερίας στο Μοσχάτο, ενός συμπληρωματικού τμήματος επί των οδών Καποδιστρίου και Κεφαλληνίας επίσης στο Μοσχάτο και η κατασκευή δύο μεριστών για την αποφόρτισης μέρους της παροχής στον Ιλισό. Η μελέτη του έργου είναι ολοκληρωμένη και προβλέπεται να γίνει σύντομα η δημοπράτησή του. • Η κατασκευή του τμήματος του Βασικού Συλλεκτήρα Ρέντη μεταξύ των οδών Σκυλίτση και Θηβών. Το έργο είναι αναγκαίο για την ανακούφιση μεγάλου μέρους του Δήμου Ρέντη. Ήδη εκπονείται μελέτη επικαιροποίησης της παλαιότερης μελέτης του έργου αυτού. • Τα έργα αποχέτευσης ομβρίων της περιοχής ανατολικά του Κηφισού, μεταξύ γραμμών ΗΣΑΠ και των οδών Χαμοστέρνας, Ταύρου και Κωνσταντινου-πόλεως. Πρόκειται για περιοχή με πολύ χαμηλό επίπεδο εξυπηρέτησης από πλευράς απορροής ομβρίων και πολλά προβλήματα. Είναι σε εξέλιξη μελέτη, η οποία θα ολοκληρωθεί στους πρώτους μήνες του επόμενου χρόνου. • Η διευθέτηση του τμήματος του ρέματος Προφήτη Δανιήλ κατάντη της διασταύρωσής του με τον ΚΑΑ. Η διευθέτηση αυτή είναι επείγουσα, καθώς πρέπει το ρέμα να συνδεθεί με το νέο έργο συμβολής του στον Κηφισό. Σήμερα εξακολουθεί και λειτουργεί η παλαιά συμβολή, η οποία είναι προβληματική. • Η κατασκευή των συμπληρωματικών αντιπλημμυρικών έργων για την εξυπηρέτηση των χαμηλών περιοχών Μοσχάτου και Καλλιθέας. Με βάση το σχετικό σχεδιασμό προβλέπεται η κατασκευή νέου παραλιακού συλλεκτήρα ομβρίων των περιοχών αυτών, ο οποίος θα συμβάλλει στον Κηφισό, με ελεγχόμενο όμως με θυρόφραγμα έργο συμβολής για την προστασία των περιοχών σε περίπτωση ανάρρου λόγω πλημμυρικής ροής στον Κηφισό. Προβλέπεται επίσης η ολοκλήρωση των αντιπλημμυρικών καναλιών αμέσως κατάντη του συλλεκτήρα, με τα οποία ολοκληρώνεται η προστασία των χαμηλών περιοχών, καθώς η λειτουργία τους ισοδυναμεί ουσιαστικά με την επαναφορά της θάλασσας στην αρχική της θέση, πριν δηλαδή από την εκτέλεση των επιχωματώσεων. Πρέπει να αναφερθεί ότι η
ολοκλήρωση των έργων αυτών συνδέεται με τη μετατόπιση προς τη θάλασσα της Υψηλής Λεωφόρου Ποσειδώνος. • Η ολοκλήρωση της διευθέτησης του ρέματος Χαϊδαρίου. Με το έργο αυτό προβλέπεται η διευθέτηση της σημερινής ανεπαρκούς κοίτης επί μήκους 370 m περίπου στα ανάντη του ήδη διευθετημένου τμήματος και η κατασκευή νέου τμήματος μήκους 880 m επί της Λεωφόρου Αθηνών για την αποκατάσταση της συνέχειας του ρέματος με το προς τα ανάντη τμήμα του στην περιοχή του ΚΕΒΟΠ. • Η διευθέτηση του ρέματος Εσχατιάς στο τμήμα του επί της οδού Φλέβας αμέσως ανάντη της συμβολής του στο ρέμα Μιχελή και της από κοινού συμβολής των στον Κηφισό. Η διευθέτηση αυτή είναι αναγκαία τόσο για την αύξηση της παροχετευτικής ικανότητας του τμήματος αυτού, όσο και για την αποκατάσταση μιας ικανοποιητικής λειτουργίας του έργου συμβολής. • Σημαντικού ενδιαφέροντος από πλευράς αντιπλημμυρικής προστασίας αλλά τοπικού περισσότερο ενδιαφέροντος έργα είναι η διευθέτηση τμήματος του ρέματος Χαλανδρίου μεταξύ των οδών Σολωμού και Γρίβα, όπου υπάρχει πρόβλημα σοβαρού περιορισμού της παροχετευτικότητας του ρέματος, τα έργα δικτύου ομβρίων για την αντιμετώπιση πλημμυρικών προβλημάτων στο Δήμο Ν. Ερυθραίας, προβλημάτων που δημιουργούνται από τις αποφορτίσεις των ομβρίων της Εκάλης, τα έργα δικτύου ομβρίων στην περιοχή του Κοντόπευκου, ο κεντρικός συλλεκτήρας ομβρίων της περιοχής του Δήμου Αχαρνών, καθώς και δίκτυα ομβρίων στο Δήμο Παλαιού Ψυχικού.
Ως δεύτερης προτεραιότητας αντιπλημμυρικά έργα που πρέπει όμως να προωθηθούν προς κατασκευή τα επόμενα χρόνια θεωρούνται τα ακόλουθα: • Η αναδιευθέτηση του Κηφισού στο τμήμα μεταξύ Τριών Γεφυρών και Κόκκινου Μύλου. • Το έργο εκτροπής του Κυκλοβόρου προς τον Κηφισό. Όπως είναι γνωστό, ο Κυκλοβόρος είναι αποδέκτης της απορροής ενός μεγάλου τμήματος του κέντρου της πόλης, κυρίως μέσω υπερχειλίσεων προς αυτόν από το παντορροϊκό σύστημα. Σήμερα ο Κυκλοβόρος συμβάλλει στο ρέμα Προφήτη Δανιήλ στο ύψος της Λεωφόρου Αθηνών. Με τη σχεδιαζόμενη εκτροπή του ο Κυκλοβόρος θα ακολουθήσει χάραξη επί της οδού Κωνσταντινουπόλεως επί μήκους 4 km περίπου. Στο ύψος της διασταύρωσης της οδού Κωνσταντινουπόλεως με τον Κηφισό θα συμβάλλει με το ρ. Προφήτη Δανιήλ και από κοινού πλέον θα συμβάλλουν στον Κηφισό. Στο τμήμα εκτροπής του ο Κυκλοβόρος θα είναι αποδέκτης της εκτρεπόμενης προς τον Κηφισό παροχής του Ιλισού.
• Ο αγωγός μερικής εκτροπής του Ιλισού προς τον Κυκλοβόρο. Το έργο έχει τόσο υδραυλικό, όσο και περιβαλλοντικό χαρακτήρα. Η εκτροπή αυτή και η αντίστοιχη μείωση της πλημμυρικής παροχής στην κοίτη του Ιλισού στα κατάντη θα επιτρέψει την ταπείνωση των οχθών του στο τμήμα αυτό και κατά συνέπεια την εξυπηρέτηση της αποχέτευσης των παρόχθιων ζωνών προς τον ποταμό. Από την άλλη πλευρά θα απάγει μέσω του Κηφισού και του έργου εκβολής του Κηφισού μακράν των ακτών του Φαληρικού Όρμου τις υψηλού ρυπαντικού φορτίου χαμηλές παροχές του Ιλισού. Σε σχέση με το μέγεθος της εκτρεπόμενης παροχής έχουν διατυπωθεί προσεγγίσεις που την προσδιορίζουν σε ένα ύψος μεταξύ των 50 και των 100 m3/sec. • Η διευθέτηση του ρέματος Προφήτη Δανιήλ στο τμήμα του μεταξύ των οδών Λεγάκη και Αγ. Πολυκάρπου, ώστε να έχει τη δυνατότητα να παραλάβει τα όμβρια του αντίστοιχου τμήματος της περιοχής Ελαιώνα, όπου η κατασκευή συλλεκτήρων ομβρίων είναι επίσης επιτακτική. • Η διευθέτηση του ρέματος Αχαρνών. Η διευθέτηση αυτή πρέπει να περιλάβει σε πρώτη φάση το τμήμα μεταξύ συμβολής στον Κηφισό και διασταύρωσης με την Αττική Οδό, στην ευρύτερη περιοχή της οποίας έχουν κατασκευασθεί τα αντίστοιχα έργα, και σε δεύτερη φάση το τμήμα ανάντη της Αττικής Οδού, όπου υπάρχουν εμφανέστατα προβλήματα υδραυλικής ανεπάρκειας των διατομών του ρέματος, αν μάλιστα ληφθεί υπ’ όψη η μελλοντική λειτουργία του ως αποδέκτη του δικτύου ομβρίων του Δήμου Αχαρνών. • Η ολοκλήρωση της διευθέτησης του ρέματος Εσχατιάς. Οι υφιστάμενες διατομές του ρέματος έχουν σοβαρό έλλειμμα υδραυλικής επάρκειας σε πολλά σημεία κατά μήκος της κοίτης του και είναι αναγκαία η εκτέλεση έργων διευθέτησης. • Η διευθέτηση του Ιλισού στο και σήμερα ανοικτό τμήμα του από την οδό Φορνέζη μέχρι τη λεωφόρο Ποσειδώνος. Με τη διευθέτηση του τμήματος αυτού προβλέπεται να γίνει σημαντική ταπείνωση των οχθών του, με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτή η αποφόρτιση προς τον Ιλισό των απορροών των παρόχθιων περιοχών, που σήμερα είναι αποκλεισμένες με ψηλά αντιπλημμυρικά αναχώματα. • Η διευθέτηση του ρέματος Ποδονίφτη στα ανάντη της γέφυρας της οδού Χαλκίδος και μέχρι τη γέφυρα της οδού Εράτωνος. Το τμήμα αυτό παραμένει αδιευθέτητο μεταξύ διευθετημένων τμημάτων στα ανάντη και κατάντη. • Υπάρχει τέλος το έργο της διευθέτησης του Κηφισού ανάντη του Κόκκινου Μύλου, το οποίο συνδυάζεται με την κατασκευή σειράς φραγμάτων για την ανάσχεση των πλημμυρών αλλά και των φερτών υλικών. Το έργο αυτό έχει μελετηθεί σε
προκαταρκτικό στάδιο. Θεωρούμε αναγκαία την προώθηση της μελέτης αυτής σε επόμενα στάδια, με αντικείμενο κατ’ αρχάς την αξιολόγηση διαφόρων σεναρίων κατασκευής φραγμάτων όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στις πλημμυρικές παροχές αλλά σε επίπεδο συνολικής λεκάνης Κηφισού, ενώ παράλληλα λόγω της ιδιαιτερότητας των έργων θα πρέπει να ενσωματωθεί στο σχεδιασμό η περιβαλλοντική διάσταση.
Πέραν των προαναφερθέντων έργων έχει επισημανθεί η ανάγκη για την εκτέλεση σε ορισμένες περιπτώσεις μελετών ελέγχου υδραυλικής επάρκειας. Αυτές αφορούν κυρίως τον Ποδονίφτη κατάντη της διέλευσής του από την Αττική Οδό, καθώς κρίνεται ότι πρέπει να αποτιμηθούν επεμβάσεις, όπως η εκτροπή του άνω ρου του και τα έργα στο πλαίσιο της Αττικής Οδού, και τον Ιλισό, στο κλειστό τμήμα του από το Χολαργό μέχρι την οδό Χαμοστέρνας. 5. Προτάσεις Ζήτημα κεντρικής σημασίας για την αντιπλημμυρική προστασία των λεκανών του Κηφισού και του Ιλισού είναι η υπέρβαση του τρόπου της μέχρι σήμερα αντιμετώπισης των προβλημάτων. Σύμφωνα με αυτόν οι προτεραιότητες καθορίζονταν με βάση τις ανάγκες για έργα που θα θεραπεύσουν τοπικές εκδηλώσεις πλημμυρικών φαινομένων, χωρίς να εξετάζεται η ευρύτερη λεκάνη και η επιρροή των κατασκευαζόμενων έργων στους κατάντη αποδέκτες. Είναι πλέον αναγκαίο, χωρίς να αγνοούνται σοβαρά τοπικά προβλήματα, να υπάρξει ορθολογικός στρατηγικός σχεδιασμός και προγραμματισμός των μελλοντικών έργων και επεμβάσεων. Βασικό εργαλείο για το σχεδιασμό αυτό είναι η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου μοντέλου των δύο λεκανών, στο οποίο θα ενσωματωθούν τα σημαντικά υδραυλικά χαρακτηριστικά όλων των κλάδων, των πρωτευόντων αγωγών ομβρίων και των αγωγών του παντορροϊκού δικτύου, καθώς και τα κρίσιμα από πλευράς απορροής χαρακτηριστικά των αντίστοιχων υπολεκανών. Το μοντέλο αυτό θα είναι δυναμικό, θα έχει δηλαδή τη δυνατότητα να συμπεριλάβει επεκτάσεις έργων και, επί πλέον, έργα ανάσχεσης που σχεδιάζεται να κατασκευασθούν.
Με βάση το μοντέλο αυτό και διάφορα σενάρια κατανομής βροχοπτώσεων στο Λεκανοπέδιο, που θα προέλθουν από τις εξ ίσου αναγκαίες με βάση τα πιο σύγχρονα δεδομένα υδρολογικές αναλύσεις, θα είναι δυνατή η εκτίμηση της φόρτισης των κλάδων που συγκροτούν τα συστήματα απορροής Κηφισού και Ιλισού, ο εντοπισμός των πλέον ασθενών ή και κρίσιμων σημείων από πλευράς προστασίας, η ιεράρχηση των επεμβάσεων από πλευράς προτεραιοτήτων, ο καθορισμός παραμέτρων σχεδιασμού για τις επεμβάσεις αυτές, η αξιολόγηση της επιρροής έργων ανάσχεσης και βεβαίως ο προσδιορισμός κριτηρίων για το σχεδιασμό των επί μέρους τοπικών δικτύων ομβρίων.
Θα είναι επίσης δυνατή η εξέταση και η αξιολόγηση εναλλακτικών λύσεων σε σχέση με έργα εκτροπής, όπως είναι π.χ. η εκτροπή τμήματος της παροχής του Ιλισού προς τον Κηφισό.
Είναι προφανές ότι το σύστημα επιλογής των προτεραιοτήτων με βάση το προαναφερόμενο μοντέλο θα περιλάβει, πέραν των καθαρώς τεχνικών, παραμέτρους κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές με αντίστοιχους δείκτες βαρύτητας.
Η βελτιστοποίηση και τελική ρύθμιση του μοντέλου κρίνεται αναγκαία και μπορεί να επιτευχθεί με την παράλληλη λειτουργία ενός δικτύου βροχογραφικών και υδρομετρικών σταθμών. Με τη βοήθεια αυτού είναι εφικτή αφ’ ενός η ρύθμιση του μοντέλου, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της αξιοπιστίας των προβλέψεών του, ενώ αφ’ ετέρου μπορεί να επιτευχθεί πολύ ικανοποιητική προσέγγιση της πραγματικής τραχύτητας των κατά θέσεις διατομών και κατά συνέπεια βελτιωμένη εκτίμηση της πραγματικής παροχετευτικής τους ικανότητας.
Αυτά πολύ συνοπτικά για το θέμα του γενικού σχεδιασμού των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας στις δύο σημαντικές λεκάνες του λεκανοπεδίου. Πέραν όμως αυτού υπάρχει μια σειρά ζητημάτων στα οποία πρέπει τα επόμενα χρόνια να εστιασθεί το ενδιαφέρον των αρμοδίων φορέων. Τα ζητήματα αυτά είναι:
• Το ζήτημα του καθαρισμού και της συντήρησης της κοίτης. Το πρόβλημα της απόθεσης φερτών υλικών σε διάφορες θέσεις κατά μήκος των ρεμάτων είναι γνωστό, όπως επίσης και η αναγκαιότητα καθαρισμού των για τη διατήρηση της ενεργού υδραυλικής διατομής των. Το πρόβλημα, όμως, αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην περίπτωση των τελικών αποδεκτών, όπου και οι αποθέσεις είναι σημαντικές και η ανάγκη διατήρησης της διατομής των πιο κρίσιμη. Στον Κηφισό για παράδειγμα διαπιστώθηκε κατά τις πρόσφατες εργασίες της αναδιευθέτησης ότι υπήρχαν τεράστιοι όγκοι αποτεθειμένων υλικών σε όλο το κατάντη της παλαιάς διατομής τμήμα του μέχρι τη χοάνη εκβολής. Για τις περιπτώσεις αυτές είναι αναγκαία η ύπαρξη ενός μηχανισμού που θα έχει τη φροντίδα του καθαρισμού. Και στα μεν έξαλα τμήματα, όπου δηλαδή ο πυθμένας είναι πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, το ζήτημα αντιμετωπίζεται σχετικά εύκολα, υπό τον όρο βεβαίως της εξασφάλισης προσβάσεων για τον εξοπλισμό. Στον Κηφισό και πάλι έχουν προβλεφθεί δύο ράμπες πρόσβασης στο ύψος της Λαχαναγοράς, οι οποίες μπορούν να εξυπηρετήσουν ένα μεγάλο μήκος του κατάντη εξάλλου τμήματος της κοίτης. Αντίστοιχες προσβάσεις πρέπει να εξασφαλισθούν όμως και σε άλλες θέσεις. Εκεί που ο καθαρισμός εμφανίζει δυσχέρειες είναι στα ύφαλα τμήματα, τα οποία φθάνουν σε πολύ μεγάλα βάθη και όπου το πρόβλημα των αποθέσεων είναι ακόμα εντονότερο. Για τον
καθαρισμό των τμημάτων αυτών είναι αναγκαία η χρησιμοποίηση ειδικού εξοπλισμού, όπως για παράδειγμα πλωτά (δράγες) με σύστημα αναρρόφησης και απάντλησης των φερτών. • Άλλο ζήτημα είναι αυτό της οριοθέτησης των ρεμάτων. Με βάση το ισχύον σήμερα νομικό καθεστώς η οριοθέτηση των ρεμάτων είναι προϋπόθεση τόσο για την περιβαλλοντική αδειοδότηση οιωνδήποτε έργων σε αυτά, όσο και για των ένταξη νέων περιοχών στο σχέδιο πόλεως. Η οριοθέτηση επομένως των αξιόλογων ρεμάτων του Λεκανοπεδίου είναι μια εργασία βάσης που πρέπει να γίνει άσχετα με την εκτέλεση αντιπλημμυρικών έργων. • Ένα άλλο ζήτημα είναι αυτό της ποιότητας των υδάτων στους αποδέκτες. Το πρόβλημα αυτό συνδέεται αφ’ ενός με το γεγονός ότι η απορροή των ομβρίων υδάτων από τις αστικοποιημένες κυρίως ζώνες μεταφέρει στα δίκτυα και εν συνεχεία στα ρέματα ρύπους και αφ’ ετέρου με τις παράνομες συνδέσεις αστικών ή βιομηχανικών αποβλήτων. Είναι αναγκαίο να υπάρξουν μέτρα για την αναβάθμιση της ποιότητας των υδάτων στα ρέματα. Κατ’ αρχάς πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή μια διαδικασία καθαρισμού των απορρεόντων ομβρίων και αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την εγκατάσταση διατάξεων απορρύπανσης ανάντη των σημείων αποφόρτισης των δικτύων ομβρίων στα ρέματα. Είναι επίσης αναγκαίο να υπάρξουν μέτρα ελέγχου των παράνομων συνδέσεων. Στην παλαιά κοίτη του Κηφισού υπήρχαν οι λεγόμενες «κόφτρες» για την ελεγχόμενη εκτροπή της παροχής ξηρής περιόδου, που είχε υψηλό ρυπαντικό φορτίο, προς τους μεγάλους συλλεκτήρες ακαθάρτων. Θα μπορούσε πιθανόν και σήμερα να εφαρμοσθεί ένα τέτοιο μέτρο σε συνεννόηση με την ΕΥΔΑΠ, παρά το γεγονός ότι με τη διαμορφωμένη κατάσταση αυτό παρουσιάζει ορισμένες τεχνικές δυσκολίες. • Σχετικό με το παραπάνω ζήτημα είναι και αυτό των «στασίμων» υδάτων κατά τις ξηρές περιόδους στα τμήματα, όπου ο πυθμένας του Κηφισού και του Ιλισού είναι κάτω από τη στάθμη της θάλασσας. Η ανανέωση των υδάτων στις περιπτώσεις αυτές είναι αναγκαία. Θα πρέπει να εξετασθούν τεχνικο-οικονομικά εναλλακτικές λύσεις είτε μεταφοράς και διοχέτευσης νερού στα εν λόγω τμήματα, είτε εφαρμογής τεχνικών αερισμού. • Θεωρούμε σημαντικό να γίνει μια έρευνα για το ζήτημα της ανάσχεσης σε αστικοποιημένες ζώνες. Στο εξωτερικό έχουν αναπτυχθεί τεχνικές για την επίτευξη μικρότερης ή μεγαλύτερης ανάσχεσης σε αστικές περιοχές. Είναι αναγκαίο να γίνει μια αξιολόγηση των μεθόδων αυτών και της εφαρμοσιμότητάς τους στις συνθήκες
του Λεκανοπεδίου. Ορισμένες από αυτές μπορεί να εφαρμοσθούν μόνον σε νέες αναπτυσσόμενες ζώνες, ενώ άλλες και σε περιοχές ήδη ανεπτυγμένες. • Η μελέτη και κατασκευή δικτύων ομβρίων υδάτων στο μέλλον θα πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο που θα θέσει, όταν ολοκληρωθεί, το γενικό σχέδιο αντιπλημμυρικής προστασίας. Μέχρι τότε η ανάπτυξη νέων δικτύων θα πρέπει να γίνεται με περίσκεψη και όπου υπάρχουν σημαντικά προβλήματα. Και σε αυτές όμως τις περιπτώσεις θα πρέπει να εξαντλείται κάθε δυνατότητα ένταξης έργων ανάσχεσης στο υπό μελέτη σύστημα. • Η εμπειρία όλων μας, Διοίκησης και Μελετητών, έχει αναδείξει τον κρίσιμο χαρακτήρα της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων. Είναι επομένως ιδιαίτερης σημασίας το ζήτημα αυτό να εντάσσεται έγκαιρα στον προγραμματισμό των έργων. • Έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για μια διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα του σχεδιασμού των αντιπλημμυρικών έργων και κυρίως στο θέμα των διευθετήσεων των ρεμάτων. Στις πιο προηγμένες χώρες οι έννοιες των φιλικών προς το περιβάλλον λύσεων έχουν επικρατήσει πλέον σε βάρος των συμβατικών λύσεων του παρελθόντος. Είναι καιρός αυτή η νέα κουλτούρα να επικρατήσει και στην Ελλάδα, σε Υπηρεσίες, Μελετητές και Εργολάβους. Πρέπει όμως και στον τομέα αυτό να γίνει μια εργασία βάσης, ώστε να εξοικειωθούμε όλοι με τις νέες λύσεις, τα νέα υλικά και γενικότερα τον προβληματισμό γύρω από τις εφαρμογές των.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου